“Καθώς τραβάμε εμπρός,
εμπρός στην ομορφιά της μέρας
χιλιάδες σκοτεινές κουζίνες, χιλιάδες μαύρες φάμπρικες
γεμίζουν ξάφνου με του ήλιου τη λαμπράδα
γιατί ο κόσμος μας ακούει να τραγουδάμε
«Ψωμί και Τριαντάφυλλα, Ψωμί και Τριαντάφυλλα»
Καθώς τραβάμε εμπρός,
εμπρός είναι και για τους άνδρες ο αγώνας μας
γιατί είναι των γυναικών παιδιά και τους γεννάμε πάλι,
φτάνει πια ο παιδεμός σ’ όλη μας τη ζωή,
πεινάνε οι ψυχές και όχι το σώμα μόνο
«δώστε μας Ψωμί, δώστε μας Τριαντάφυλλα»
…………….
Ναι, για το Ψωμί παλεύουμε και για τα Τριαντάφυλλα.
Καθώς τραβάμε εμπρός,
εμπρός φέρνουμε τις μεγάλες μέρες.
Το ξεσήκωμα των γυναικών είναι ξεσήκωμα όλης της ανθρωπότητας.
Όχι πια σκλάβοι και τεμπέληδες, δέκα που μοχθούν για έναν που ξαπλώνει
αλλά ένα δίκαιο μοίρασμα στ’ αγαθά της ζωής.”
Έχει περάσει πάνω από ένας αιώνας από τις 8 του Μάρτη του 1912 ημέρα που 20.000 εργάτριες ξεχύθηκαν στους δρόμους της Νέας Υόρκης φωνάζοντας το σύνθημα «ΨΩΜΙ και ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΑ». Ζητούσαν «ΨΩΜΙ», που σημαίνει δουλειά, περηφάνια, αξιοπρέπεια και «ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΑ», δηλαδή σεβασμός, συντροφικότητα, υποστήριξη και από το σύντοφο και από την κοινωνία στους πολλαπλούς τους ρόλους. Δύο λέξεις που αξεχώριστα ενωμένες δίνουν το στίγμα των προσωπικών και κοινωνικών αναγκών όχι μόνο της γυναίκας, αλλά και κάθε ανθρώπινης ύπαρξης ανεξάρτητα από χρώμα, φύλο, ηλικία.
Το 1907 με πρωτοβουλία μιας μεγάλης αγωνίστριας για την απελευθέρωση της γυναίκας από τα κοινωνικά δεσμά της, της Κλάρας Τσέτκιν, είχε συγκληθεί η πρώτη Διεθνής Συνδιάσκεψη των γυναικών. Λίγα χρόνια μετά, το 1910 κατά τη διάρκεια του παγκόσμιου συνεδρίου σοσιαλιστριών στην Κοπεγχάγη με πρόταση πάλι της Κλάρας Τσέτκιν καθιερώθηκε η 8η του Μάρτη, μέρα μνήμης της πάλης και της θυσίας των εργατριών της Ν.Υόρκης, για να γιορτάζεται ως Διεθνής Ημέρα των Γυναικών. Από τότε και μέχρι σήμερα τη μέρα αυτή το γυναικείο κίνημα, ως αναπόσπαστο τμήμα του εργατικού επαναστατικού κινήματος, κάνει το δικό του απολογισμό και προετοιμάζει τον κοινό αντρικό και γυναικείο αγώνα ενάντια στην ταξική κοινωνία, που με τον ίδιο ανάλγητο τρόπο καταδυναστεύει άντρες και γυναίκες.
Το γεγονός ότι ο μισός και πάνω πληθυσμός της γης κατά τη διάρκεια της ιστορικής πορείας της ανθρωπότητας υποβαθμίστηκε, ταπεινώθηκε και αχρηστεύτηκε βιολογικά, κοινωνικά, πολιτιστικά δεν έγινε τυχαία. Η γυναίκα ως κατώτερο πλάσμα σε απόλυτη εξάρτηση από τον άντρα δεν προέκυψε από το πουθενά.
Είναι κοινωνικό φαινόμενο και αποτέλεσμα των κάθε φορά σχέσεων παραγωγής. Να μην ξεχνάμε πως υπήρξε μια εποχή στην ανθρώπινη ιστορία, όπου τα δύο φύλα εργάζονταν για να παράγουν αγαθά που χρειάζονταν για την επιβίωσή τους και μόνο, όπου η γυναίκα διέθετε κύρος και σεβασμό, όπου δεν υπήρχε εξουσία και καταπίεση και όπου κανένας δεν κατείχε κανένα παρά ελεύθερα ο καθένας διέθετε τον εαυτό του . Τότε όμως δεν υπήρχε ατομική ιδιοκτησία. Με το πέρασμα στο παραγωγικό στάδιο όπου τα αγαθά γίνονται εμπόρευμα 0 νέες ανθρώπινες σχέσεις δημιουργούνται που σαρώνουν τον παλιό τρόπο ζωής. Όπως και η γη και τα ζώα έτσι και η γυναίκα ως μέσο παραγωγής κι αυτή, περνάει στην ιδιοκτησία του άντρα. Κι αυτή η υποδούλωση στις διάφορες μορφές που πήρε, είτε ως απλό όργανο παιδοποιίας,είτε ως σκεύος ηδονής,είτε ως κυρία της κουζίνας με τον εγκλεισμό της στον μικρόκοσμο και μόνο της οικογενειακής εστίας και με ρόλο καθαρά υπηρετικό, διατηρείται σ΄ όλες τις ταξικές κοινωνίες και τα εκμεταλλευτικά κοινωνικά συστήματα που λειτούργησαν έως και σήμερα. Στην αρχαία δουλοχτητική κοινωνία, στη φεουδαρχική αλλά και στη σημερινή αστική με αρκετές βέβαια διαφοροποιήσεις, που όμως δε μεταβάλλουν τον πυρήνα της ανισότητας, η γυναίκα μέσα από την περιθωριοποίησή της και την κοινωνικοοικονομική της απομόνωση διαμορφώθηκε σε ένα ον δεύτερης κατηγορίας.
Καθώς όμως το οικονομικό σύστημα χρειαζόταν εργατικά χέρια προκειμένου να αυξήσει την παραγωγή και την κερδοφορία του, αναγκάστηκε να ανοίξει τις πύλες για την είσοδο της γυναίκας στον κόσμο της εργασίας ανοίγοντας έτσι και το δρόμο για την απελευθέρωσή της από την αντρική υπεροχή, που στην πράξη πια αποδείχτηκε ανύπαρκτη. Ωστόσο ο δρόμος αυτός ήταν στρωμένος με νέα εμπόδια , με νέες μορφές ανισότητας μεταξύ των δύο φύλων, αφού ο καπιταλισμός δε νοιαζόταν για την προάσπιση των δικαιωμάτων των γυναικών αλλά αντίθετα για τη διατήρηση της ανισότητας και την αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσής τους ως πηγή πρόσθετης γι αυτόν κερδοφορίας. Μπορεί βέβαια κάτω από την πίεση των εργατικών αγώνων και των δικών της αναγκών η αστική τάξη να αναγνώρισε στο δυτικό κυρίως προηγμένο κόσμο αστικά και πολιτικά δικαιώματα στη γυναίκα, μπορεί να πρόσφερε δυνατότητες βελτίωσης του μορφωτικού της επιπέδου με την είσοδο στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση, όμως δεν μπόρεσε και δεν μπορεί να δώσει την πραγματική ισοτιμία γιατί αυτή έρχεται σε αντίθεση με τον εκμεταλλευτικό της χαρακτήρα.
Ειδικά στις μέρες μας που με πρόσχημα την καπιταλιστική κρίση εντείνεται όλο και περισσότερο η ολομέτωπη επίθεση του συστήματος στα εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα και η γυναικεία εργατική δύναμη τιμάται όλο και πιο φθηνά με την ανεργία να εκτινάσσεται στα ύψη, με χαμηλότερα αμειβόμενες θέσεις εργασίας, με απολύσεις λόγω εγκυμοσύνης, με ελαστικές εργασιακές σχέσεις, με μαύρη εργασία , γίνεται κατανοητό ότι η πηγή του κακού πρέπει να αναζητηθεί στην ύπαρξη της ταξικής εκμετάλλευσης. Η απελευθέρωση της γυναίκας με την οριστική και πλήρη λύση όλων της των προβλημάτων δεν μπορεί να προκύψει παρά μόνο μετά από τις μεγάλες ανατροπές που θα απελευθερώσουν γενικά την ανθρώπινη κοινωνία και θα καταργήσουν κάθε μορφή εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο.
Από το 1804 που καταγράφεται η πρώτη απεργία των εργατριών, που κατασκεύαζαν γάντια στο Ουόρτσεστερ της Αγγλίας μέχρι και σήμερα μια μακριά κόκκινη γραμμή από γυναικείους εργατικούς αγώνες βγαλμένους από τα σπλάχνα του παγκόσμιου εργατικού κινήματος δημιουργούν τη συλλογική συνείδηση για την ελευθερία του αγωνιζόμενου ανθρώπου, που δεν έχει πρόσημο φύλου παρά μόνο κοινωνικής τάξης. Οι αγώνες των εργατριών της Ν. Υόρκης, που σήμερα τιμάμε, καθώς και όλοι οι αγώνες του χτες και του σήμερα για τη χειραφέτηση των γυναικών, του πιο καταπιεσμένου και εκμεταλλευόμενου μέρους του εργαζόμενου λαού, αποτελούν πραγματικές παραδόσεις πολιτισμού .Και όσο περισσότερο είναι ζωντανές αυτές οι παραδόσεις, όσο λιγότερο αποτελούν απλές αποστεωμένες αναμνήσεις του παρελθόντος, κούφιες γιορτές ευτελισμένες από την καπηλεία ενός συστήματος που κάνει τα πάντα για να τις σβήσει ή να τις παραμορφώσει σε φτηνά καταναλωτικά πανηγυράκια , τόσο περισσότερο γίνονται ενεργητική δύναμη για τη γενικότερη ιστορική εξέλιξη της ανθρωπότητας, που περνάει μέσα από την κοινή απελευθέρωση αντρών και γυναικών από την καπιταλιστική βαρβαρότητα. Μέσα από την πάλη της ανατροπής αυτού του αιμοσταγούς συστήματος στο οποίο δέκα άνθρωποι κατέχουν εισόδημα όσο δυόμιση δισεκατομμύρια.
Στη δεκαετία του 1970 ο Χιλιανός συνθέτης και τραγουδοποιός Βίκτωρ Χάρα που δολοφονήθηκε από τη Χούντα του Πινοσέτ τραγούδησε με το μοναδικό του τρό
πο τις «Υφάντρες»:
ΥΦΑΝΤΡΕΣ
Εσένα,
Θα σε ονόμαζα Άννα,
Θα σε ονόμαζα Γιάννα,
Θα σε ονόμαζα ομορφούλα
Κλώστρια μελαχρινούλα,
Μικρή πεταλούδα
Υφάντρα.
Εσύ που ήσουν
Σκλάβα του εργοστασίου
Σκλάβα της μηχανής
Σκλάβα του ωραρίου
Σκλάβα του μισθού,
Υφάντρα μελαχρινούλα
Μικρή πεταλούδα
Εργάτρια του υφαντουργείου.
Γύρνα, γύρνα, γύρνα,
Γύρνα, κορίτσι μου,
Γύρνα το κουβάρι
Της μοίρας σου
Γύρνα, γύρνα, γύρνα,
Γύρνα, κορίτσι μου,
Ύφανε την κλωστή
Της μοίρας σου.
Η ζωή σου βρίσκεται στο εργαστήρι,
Εκεί θα μπορέσουν να υφανθούν
Με τα χέρια σου και με τα χέρια των άλλων
Υφάσματα που θα ντύσουν την ελευθερία.