image_print

“Θέλεις να΄ σαι ευτυχισμένος; Φυσικά και θέλεις! Τότε τι σ΄ εμποδίζει; Η ευτυχία σου εξαρτάται από σένα ολοκληρωτικά!“
Για μια συνταγή ευτυχίας θα ήθελα να μιλήσουμε, που έρχεται από πολύ μακριά και πάει πολύ μακριά στο χρόνο και αποτελεί γέννημα της ικανότητας του ανθρώπου να προσπερνάει κάποτε την εποχή που ζει και να προσεγγίζει το μέλλον. Ακόμα θα μιλήσουμε για έναν άνθρωπο σοφό, που είχε την απάντηση για κάθε σημαντικό ζήτημα της ζωής προσβλέποντας στην απελευθέρωση του ανθρώπου απ’ όλα τα δεσμά, που τον κρατάνε μέσα στο φόβο και στην ανελευθερία.

Ποιος ήτανε λοιπόν αυτός ο άνθρωπος, για τον οποίο ο Νίτσε έγραψε, ότι “η σοφία δεν έχει προχωρήσει μετά απ΄ αυτόν ούτε ένα βήμα μπροστά και συχνά βρίσκεται χιλιάδες βήματα πίσω του'”;
Τον λέγανε Επίκουρο. Ήταν Αθηναίος υλιστής φιλόσοφος της αρχαιότητας, σπουδαίος διανοητής και ριζοσπάστης διαφωτιστής, που σημαίνει γκρεμιστής του παλιού και σάπιου και πλάστης εκείνης της δύναμης, που θα κυοφορήσει το νέο στη μόνιμη πάλη του ανθρώπου για ελευθερία. Γεννήθηκε στη Σάμο το 341 π.Χ από κληρούχους γονείς, δηλαδή φτωχούς Αθηναίους πολίτες, που είχαν εγκατασταθεί σε εδάφη υποτελών στην Αθήνα πόλεων, από τους οποίους και πήρε βαθιά δημοκρατική συνείδηση και παιδεία.
Έχοντας διδαχθεί και έχοντας αφομοιώσει κριτικά τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη, τους Ίωνες φυσικούς φιλόσοφους,τους Πυθαγόρειους, τους σοφιστές, τον Λεύκιππο και κυρίως τον Δημόκριτο, κληρονόμος του πλούτου τεσσάρων αιώνων γνώσης του ελληνικού πνευματικού κόσμου, ήταν έτοιμος πια εκεί γύρω στα 311π.Χ για το μεγάλο εγχείρημα της δικής του μοναδικής και πρωτοπόρας διδασκαλίας.

Ο δούλος είναι άνθρωπος και όχι πράγμα

Μέσα σε συνθήκες πραγματικής κοινωνικής παρακμής και βαθιάς κρίσης του δουλοκτητικού συστήματος με εξαθλιωμένο ένα μεγάλο τμήμα των ελεύθερων, με ένα δήμο που είχε μετατραπεί σε όχλο, με κουρελιασμένες όλες τις παλιές αξίες και ιδανικά, ο Επίκουρος παίρνοντας θέση εχθρική και απορριπτική προς την κοινωνία της εποχής του και αρνούμενος οτιδήποτε οδηγεί στην αλλοτρίωση και τον εκμαυλισμό έδωσε τη μάχη για να κρατήσει και να στηρίξει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Η στάση του στο θέμα των δούλων ήταν ξεκάθαρη και θαρραλέα. Οι δούλοι δεν ήταν γι αυτόν ούτε πράγμα, ούτε εργαλείο, όπως για τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη. Ήταν άνθρωποι και μόνο. Γι αυτό είχε για μαθητές του και δούλους και μάλιστα διευθυντής της σχολής του ήταν ο αξιολογότατος δούλος Μυς.

Σε αντίθεση με τη γενικά παραδεκτή αντίληψη για την αιωνιότητα του δουλοκτητικού συστήματος ο Επίκουρος πιστεύοντας στην ιστορικότητα και στην εξέλιξη έβλεπε”το δρόμο της ανάπτυξης της ανθρωπότητας να βαδίζει από την αγριότητα και βαρβαρότητα σε ανώτερο και πιο πολιτισμένο στάδιο ζωής”.

Ο ουμανισμός του Επίκουρου στην πράξη

Στον Κήπο, έτσι ονόμαζαν την Επικουρική κοινότητα, ζούσαν, μαθήτευαν και δίδασκαν, αδελφωμένοι και ισότιμοι, ελεύθεροι και δούλοι, νόμιμες γυναίκες και εταίρες και κάθε άλλος περιφρονημένος από τη δουλοκτητική κοινωνία άνθρωπος. “Εκεί, έγραφε ο Lefevre, βασίλευαν η φιλία, η ειρήνη, οι σοβαρές ηδονές της μελέτης. Εκεί κάτω από γελαστούς ίσκιους, πλάι σ΄ ένα τρεχάμενο νερό, οι ελεύθερες ομιλίες εναλλάσσονταν με τα μαθήματα του δασκάλου. Χαμογελώντας σιωπηλά για τους θεούς παραμέριζε με χέρι ελαφρό κι αποφασιστικό σαν οχληρές μύγες τους μάταιους τρόμους, το φόβο του θανάτου και τις σκοτούρες της ζωής, φιλοδοξίες, ραδιουργίες, εκδικήσεις, εφήμερα μεγαλεία.”

Για τον εμπνευσμένο δάσκαλο που διακήρυττε, πως για να κάνει κάποιον μαθητή του, του έφθανε “το φρέσκο μυαλό και η φλόγα της ψυχής” , είναι ξεκάθαρο ότι απευθυνόταν χωρίς κριτήρια φύλου, τάξης και οποιασδήποτε άλλης αριστείας σε όλους εκείνους τους ανθρώπους, που τα μάτια τους μπορούσαν να αντέχουν στο φως και στις αλήθειες που αυτό αναδείχνει.

Στον Κήπο, σημειώνει ο Χ. Θεοδωρίδης “έγινε κάτι, που ξεπερνάει ό,τι ως τότε είχε γίνει στην Ελλάδα. Η γυναίκα κέρδισε κάποιο βάθρο, ανασαίνει ανετότερα, αναμετρά το μυαλό της με το ανδρικό και βλέπει πως η χιλιοειπωμένη κατωτερότητά της είναι μύθος. Η εταίρα προπάντων νιώθει ανακούφιση σ΄ εκείνο το κλίμα. Κάποιος ή κάποιοι αναγνωρίζουν πως έχει ψυχή, νοιάζονται γι αυτήν, την τριγυρίζουν μ΄ εκτίμηση και στοργή”.

Κομβικό σημείο για την επικούρεια φιλοσοφία σε ότι αφορά τις σχέσεις των ανθρώπων, κλειδί που ανοίγει την πόρτα της ευδαιμονίας και οδηγεί στη μακαριότητα του βίου, είναι η φιλία. Η φιλία όχι ως φτηνός ιδεαλισμός, ως “αέρινη” (η έκφραση επικουρική) υπερβατική έννοια, αλλά ως χειροπιαστή ζωή. Σκοπός ζωής θεωρούνταν για τον Επίκουρο η φιλία φτάνοντας στο σημείο ακόμα και τη σοφία να τη βλέπει ως θνητό αγαθόν τη δε φιλία ως αθάνατο. “Ο γενναίος περί σοφίαν και φιλίαν μάλιστα γίγνεται, ων το μεν θνητόν αγαθόν, το δε αθάνατον” και να αναγάγει τη σοφία σε όχημα για την κατάκτηση του μέγιστου αγαθού της φιλίας.” Απ΄ όλα τα αγαθά, που η σοφία ασφαλίζει για την ευτυχισμένη ζωή το μεγαλύτερο είναι η απόκτηση της φιλίας.”

Νέες αλήθειες για τον άνθρωπο και τον κόσμο

Θεωρώντας ότι “οι αισθήσεις μας είναι εκείνες που πρωτοδημιούργησαν το κριτήριο της αλήθειας” τοποθετούσε τις αισθήσεις ως βάση και πραγματική πηγή της κάθε γνώσης.

“Κάθε τι που πέφτει στην αντίληψη των αισθήσεων είναι αληθινό και υπαρκτό. Πρέπει να αναλογιζόμαστε τον αληθινό σκοπό της ζωής έχοντας κατά νου όλες εκείνες τις ολοφάνερες μαρτυρίες των αισθήσεων στις οποίες στηρίζουμε τις απόψεις μας. Ειδάλλως, τα πάντα θα ‘ναι γεμάτα αμφιβολία και σύγχυση. Η αλήθεια των αισθήσεων επιβεβαιώνεται με το πραγματικό γεγονός της αντίληψης. Το γεγονός ότι βλέπουμε και ακούμε είναι τόσο πραγματικό όσο και τ’ ότι νιώθουμε πόνο. Ως εκ τούτου πρέπει με βάση τα ορατά να προχωρούμε σε συμπεράσματα για τα μη ορατά(τα άδηλα). Διότι όλες οι ιδέες προέρχονται από τις αισθήσεις πότε κατ’ αναλογία ή σύμφωνα με κάποια ομοιότητα ή μέσω συσχετίσεων, όπου κατά κάτι συμβάλλει και το λογικό.”

Για τον Επίκουρο, δε χωρούσε αμφιβολία πως : Ο κόσμος μας είναι υλικός. Όλα γίνονται και ξεγίνονται με μηχανική ενέργεια. Το σύμπαν ως υλικό σύστημα διέπεται αποκλειστικά από νόμους και κανένας θεός ή μυστική δύναμη δεν μπορεί να ρυθμίσει τη λειτουργία του.

Σύμφωνα με τη θεωρία του Δημόκριτου τα άτομα έχουν μέγεθος και σχήμα. Ο Επίκουρος ανακάλυψε ότι έχουν και βάρος, δηλαδή γνώριζε, όπως λέει ο Ένγκελς, το ατομικό βάρος και τον όγκο των ατόμων. Το σύμπαν διακήρυττε πως είναι άπειρο και αποτελείται από άτομα και κενό. Στο κενό κάθε σώματος όλα τα άτομα κινούνται με ομοιόμορφη ταχύτητα, ανακάλυψη που επιβεβαίωσε ο Γαλιλαίος ύστερα από 2.000 χρόνια.

Οι επιστήμες για τον Επίκουρο έχουν αξία μόνο όταν γίνονται υπηρέτες της χειραφέτησης των ανθρώπων και η γνώση είναι σημαντική στο βαθμό που βοηθά να κάνουμε τη φύση συντελεστή της ευδαιμονίας μας. Κι αυτό επειδή θεωρούσε πως “Η φιλοσοφία της φύσης δεν φτιάχνει ανθρώπους αλαζόνες ή φαφλατάδες ή άτομα που κάνουν επίδειξη γνώσεων περιζήτητων στον πολύ τον κόσμο. Αντίθετα φτιάχνει ανθρώπους αξιοπρεπείς και αυτάρκεις, περήφανους για τα αγαθά της ίδιας της προσωπικότητάς τους και όχι για τα υπάρχοντά τους.”

Ο άνθρωπος, έλεγε, είναι αρκετός για τον εαυτό του ώστε να υψωθεί σε προσωπικότητα και να πραγματώσει τόσο τη δική του όσο και των άλλων την ευδαιμονία. Τί ακριβώς είναι όμως αυτό που τον ξεστρατίζει από αυτή του την πορεία; Ποια είναι “τα οχλούντα” στοιχεία, εκείνα δηλαδή που βάζουν εμπόδια στην ολοκλήρωση της προσωπικότητας και της ευδαιμονίας του ανθρώπου; Μα οι φόβοι. Οι κάθε λογής φόβοι. Ο φόβος για τους θεούς, ο φόβος του θανάτου, ο φόβος για τα φυσικά φαινόμενα. Όπως επίσης και οι υπερβολικές φιλοδοξίες, οι στερήσεις, οι προλήψεις, η βία.

‘”ΑΦΟΒΟΝ Ο ΘΕΟΣ” είναι οι τρεις λέξεις που συνοψίζουν την επικούρεια άποψη για τους θεούς. Κι αυτό γιατί ο Επίκουρος με τη μελέτη της φύσης εξηγούσε τα φυσικά φαινόμενα με τις μηχανικές και χημικές ιδιότητες των ατόμων, εξουδετερώνοντας το φόβο του αγνώστου. “Τίποτα, έλεγε, δε δημιουργήθηκε από το τίποτα, με θεεική θέληση. Πραγματικά, αν κάτι φοβίζει τους θνητούς, είναι που βλέπουν τόσα πολλά να συμβαίνουν στη γη και στα ουράνια και δεν μπορούν να διακρίνουν τις αιτίες. Και βάζουν με το νου τους ότι γίνονται με θεεική δύναμη. Γι’ αυτό, ξέροντας πως τίποτα δεν μπορεί να δημιουργηθεί από το τίποτα, είμαστε ήδη στο σωστό δρόμο γι’ αυτό που αναζητούμε, ώστε να καταλάβουμε από ποια στοιχεία ξεφυτρώνουν τα πάντα και πως τίποτα δεν είναι έργο θεεικό. ”Αρνούνταν τη μεταθανάτιο ζωή, όπου ο άνθρωπος τιμωρείται ή επιβραβεύεται από τον θεό, αποδεχόμενος τη θνητότητα της ψυχής, ως βιολογική οντότητα με υλικά χαρακτηριστικά, τα άτομα της οποίας διαλύονται και σκορπίζονται με το θάνατο όπως ακριβώς τα άτομα του σώματος. Και όσον αφορά τους θεούς η θέση του είναι πως ακόμα κι αν υπάρχουν δεν επιδρούν στο φυσικό κόσμο. “Έχει ο θεός τη βούληση να εμποδίσει το κακό αλλά δεν μπορεί; Άρα δεν είναι παντοδύναμος. Μπορεί αλλά δεν θέλει; Τότε δεν είναι πανάγαθος. Έχει τόσο τη βούληση όσο και τη δύναμη να το εμποδίσει;Τότε από πού προέρχεται το κακό;Δεν έχει ούτε τη βούληση ούτε τη δύναμη;Τότε γιατί τον λέμε θεό;” Συνοψίζοντας λοιπόν κατά την επικούρεια θεολογία ο θεός δεν προκαλεί το κακό, δεν προκαθορίζει, δεν τιμωρεί, δεν δωροδοκείται. Έτσι χωρίς την παρεμβατικότητα των θεών στα ανθρώπινα και φυσικά τεκταινόμενα, χωρίς την επιβράβευση ή την τιμωρία των αγαθών ή κακών πράξεων εν ζωή ή και μεταθανάτια, ο άνθρωπος με την αντίληψη της επικούρειας αφοβίας μπορεί να χαίρεται τη ζωή παραμερίζοντας τους αστήριχτους φόβους που το κατατρέχουν.

Αλλά και για το φόβο του θανάτου ο Επίκουρος έριχνε βάλσαμο στην ανθρώπινη ψυχή λέγοντας το αυτονόητο: “Κοίτα να συνηθίσεις την ιδέα ότι ο θάνατος για μας είναι ένα τίποτα. Αφού κάθε καλό και κάθε κακό βρίσκεται στην αίσθησή μας κι ο θάνατος σημαίνει στέρηση της αίσθησης, άρα η σωστή εκτίμηση ότι ο θάνατος δε σημαίνει τίποτε για μας, βοηθά να χαρούμε τη θνητότητα του βίου. Επιπλέον είναι ένα τίποτα ακριβώς επειδή όταν υπάρχουμε εμείς αυτός είναι ανύπαρκτος, κι όταν έρχεται αυτός είμαστε ανύπαρκτοι εμείς. Έτσι ο σοφός ούτε τη ζωή απαρνιέται ούτε την ανυπαρξία φοβάται…

Η επικούρεια συνταγή στον αγώνα της κατάκτησης της προσωπικής ευτυχίας του ανθρώπου, η ονομαζόμενη “τετραφάρμακος, κλείνει μέσα της τέσσερις βασικές αλήθειες:
Δεν μας απειλεί καμμιά θεεική δύναμη.
        Δεν υπάρχει μετά θάνατον ζωή.
        Εύκολα αποκτιέται ό,τι πραγματικά χρειαζόμαστε.
        Ό,τι μας κάνει να υποφέρουμε εύκολα μπορούμε να το υπομείνουμε.
Δηλαδή, όπως είπε κι ένας μεταγενέστερος επικούρειος πολύ επιγραμματικά “Μη φοβάσαι το θεό, μη σε στενοχωρεί ο θάνατος, το καλό εύκολα μπορείς να να το κερδίσεις, το φοβερό εύκολα μπορείς να το αντέξεις”.

Η νέα σκέψη στο στόχαστρο

Κι όμως αυτό το φιλοσοφικό σύστημα, που για πάνω από έξι αιώνες, έδινε σε κάθε άνθρωπο μ΄ ευαισθησία του μυαλού και της ψυχής γνώση και παρηγοριά, πολεμήθηκε και διαστρεβλώθηκε με τον πιο χυδαίο τρόπο. Διαβάζουμε γι αυτό το θέμα στον Andre Gresson: “Ο Μποντλέρ μας έδωσε την εικόνα του καταραμένου ποιητή από θεό και από ανθρώπους. Νάναι καταραμένος από κάποιους ανθρώπους, αυτό δεν είναι προνόμιο των ποιητών αλλά και κάποιων φιλοσόφων. Ανάμεσα σε τέτοιους προνομιούχους ο Επίκουρος κρατάει μια από τις πρώτες θέσεις”.

Σε κάποιες εποχές και σε κάποιες ομάδες πέρασε για τέρας. Διαφήμισε, λένε, ένα χοντροκομμένο υλισμό. Ανάστησε μια ράτσα από καταφρονητές των θεών. Χάρισε στον κόσμο σχολή από χοίρους. Αυτές οι νοστιμάδες κυκλοφορούσαν σε βάρος του. Τ΄ όνομα επικούρειος κατάντησε στην κοινή γλώσσα υβριστικός προσδιορισμός. Η γνωστή και πολυχρησιμοποιημένη φράση του Επίκουρου, που τόσο κακοποιήθηκε από τους μεταγενέστερους, το περιβόητο “Λάθε βιώσας” αποτελεί ένα σχετικό παράδειγμα. Να μένεις, λένε, οι κάθε λογής μικρόνοες και πονηροί μακριά από τα κοινά, προκειμένου να διαφυλάξεις την ψυχική σου γαλήνη και να καλλιεργήσεις το πνεύμα σου. Αλήθεια, πολύ βολική και ευχάριστη για τους εκάστοτε κρατούντες, θα ήταν αυτή η παραίνεση.

Ο καθηγητής Χ. Θεοδωρίδης στο κλασσικό του πλέον σύγγραμμα για τον Επίκουρο γράφει .“Η φράση πάει να πει. Απόφευγε τις μωρές επιδιώξεις, τις πράξεις που προκαλούν αντίδραση, ταράζουν τη γαλήνη σου και σε κατεβάζουν στο επίπεδο των αφώτιστων και των χυδαίων. Τιμές και δόξες σαν εκείνες δεν έχουν αξία.”

Την μεγαλύτερη όμως επίθεση και διαστρέβλωση δέχτηκε η επικουρική έννοια της ηδονής. Κικέρωνας, Πλούταρχος, εκκλησιαστικοί πατέρες αλλά και ο κάθε από τότε ως και σήμερα σκοταδιστής, κακόβουλος και υποκριτής προσπάθησαν να την εκχυδαΐσουν συνδέοντάς την με τον αισθησιασμό, την ασυδοσία και την κραιπάλη. Έλεγαν για τους επικούρειους οι εχθροί τους:“Αυτοί για ύψιστο αγαθό έχουν την ηδονή. Δηλαδή την αποθέωση της κοιλιάς. Να φάμε και να πιούμε, γιατί αύριο θα πεθάνουμε”. Με τη λέξη ηδονή οι επικούρειοι εννοούσαν όμως δύο πράγματα: Την ευχαρίστηση από το φαγητό, το ποτό, τα θεάματα, τα ποιήματα. Και κυρίως και πρωτίστως (πέρας ταις ηδοναίς) την ευαρέσκεια, που γεμίζει χαρά και γαλήνη τον άνθρωπο, όταν έχουν ικανοποιηθεί οι βασικές σωματικές και πνευματικές του ανάγκες, όταν έχει λείψει κάθε ενοχλητικό συναίσθημα όπως πείνα, δίψα ή άλλη βασανιστική επιθυμία.”Παντός του αλγούντος υπεξαίρεσιν” έλεγε ο δάσκαλος.“Το επικουρικό δόγμα για την ηδονή μας φέρνει στα σύνορα της διαλεχτικής ηθικής” γράφει ο Χ. Θεοδωρίδης .Και ξεκαθαρίζει “Για να φτάσουμε εκείνο,που ορίζει η ανθρώπινη φύση, δηλαδή στην ευγένεια της ψυχής και το υψηλό φρόνημα είναι ανάγκη πρώτα να γαληνέψουμε παραμερίζοντας κάθε τι που μας ενοχλεί,ανάγκες υλικές, ανθρώπους που μας κάνουν κακό, στραβές ιδέες, τις άπειρες μικρότητες που πολιορκούν τη ζωή μέσα στην αποκαρδιωτική ανωμαλία των παραγωγικών σχέσεων.”

Ακόμα και στις μέρες μας οι επικριτές του επικουρισμού “εξακολουθούν να τον εμφανίζουν ως μια φυγόπονη, ρηχή, ηδονοθηρική, ανήθικη ή άθεη παρωδία της αληθινής φιλοσοφίας. Έφτασε μάλιστα να σημαίνει το αντίθετό του: ένας εξεζητημένος ζήλος για σπάνια και ακριβά εδέσματα και ποτά”, συμπληρώνει ο μελετητής του Επίκουρου D.S. Hutchinson προειδοποιώντας, ότι όσοι θελήσουν να ασχοληθούν με τον αρχαίο σοφό και το έργο του, θα πρέπει να βρουν το κουράγιο να αγνοήσουν μια προκατάληψη δύο χιλιάδων ετών.

Από τη βαρβαρότητα στον πολιτισμό

O Επίκουρος πρώτος απ’ όλους ανήκει στις φωτεινές παραδόσεις, που δημιούργησαν οι αγώνες όλων εκείνων, που εδώ και χιλιάδες χρόνια προσπάθησαν να περάσουν την ανθρωπότητα από τη βαρβαρότητα στον πολιτισμό. Ανήκει όμως και στο μέλλον, ως ακαταμάχητο όπλο στα χέρια των αποφασισμένων μαχητών της χειραφέτησης του ανθρώπινου γένους. Ειδικά σήμερα στους δύσκολους και κρίσιμους για το αύριο της ανθρωπότητας καιρούς, ο Επίκουρος ως γνήσιος υπερασπιστής του ανθρωπισμού με την έννοια της υπεράσπισης της ελευθερίας του ανθρώπου και της ευτυχίας του, γίνεται παράγοντας της σύγχρονης κοινωνικής πραγματικότητας και σύμμαχος των κοινωνικών δυνάμεων, που μάχονται για την επαναστατική αλλαγή του κόσμου μας.

image_print