Ρημάζουν τη γη μας. Τη ρημάζουν με χίλιους δυο τρόπους. Με τις πυρκαγιές που στα απομεινάρια οι επιχειρήσεις φυτεύουν ανεμογεννήτριες και φωτοβολταϊκά. Με τους κοινοτικούς νόμους που απαγορεύουν τις καλλιέργειες που ευδοκιμούν στον τόπο. Εγκαταλείπουν οι αγρότες τη γη τους κι αναζητούν στις πόλεις στον ήλιο μοίρα. Πέφτουν θύματα της ανεργίας, της παρασιτικής απασχόλησης, της λούμπεν ζωής. Άμοιροι κι άβουλοι, ανίδεοι για το τί και το ποιος φταίει για την κατρακύλα της ζωής, κρεμάνε τις ελπίδες τους σε τυχοδιώκτες πολιτικάντηδες/ Περιπλανώμενοι στα σοκάκια των τουριστικών υπηρεσιών παρακολουθούν τη ζωή τους να υποβαθμίζεται. Αλλοτριώνονται ως ανθρώπινα όντα, αλλοτριώνεται η ίδια η συνείδησή τους ως παραγωγοί του πλούτου της γης τους.
Ανησυχούσε ο ποιητής Κωστής Παλαμάς στις αρχές του περασμένου αιώνα για την εγκατάλειψη της γης. Ορμήνιες προς το γιο έβαζε στο στόμα του καλλιεργητή πατέρα, να συνεχίσει να παλεύει με όλες του τις δυνάμεις για την υπεράσπιση της σοδειάς του, να γίνει οργοτόμος, φυτευτής, διαφεντευτής. Να μη φοβηθεί το χαλασμό και να πολεμήσει κρατώντας για σπαθί μια ιδέα.
Στις μέρες μας γίνεται όλο και πιο φανερό ποιοι προκαλούν την καταστροφή της γης και των ανθρώπων της. Δεν είναι πια μυστικό πως οι καταστροφές εκπορεύονται από το κυνήγι του κέρδους των επιχειρηματικών ομίλων. Και μόνο ένας αποφασιστικός αγώνας ενάντια στους φταίχτες μπορεί να βάλει φρένο σ αυτή την καταστροφή.
Οι ορμήνιες του Κωστή Παλαμά για τον αγώνα που πρέπει να δώσουν οι αγρότες και όλα τα θύματα της εκμετάλλευσης ισχύουν και σήμερα: “μη φοβηθείς το χαλασμό!. Φωτιά! Τσεκούρι! Τράβα!, ξεσπέρμεψέ το, χέρσωσε το περιβόλι, κόφ’ το, και χτίσε κάστρο απάνω του και ταμπουρώσου μέσα, για πάλεμα, για μάτωμα, για την καινούργια γέννα.
Παιδί το περιβόλι μου
Παιδί, το περιβόλι μου που θα κληρονομήσεις,
όπως το βρεις κι’ όπως το δεις να μη το παρατήσεις.
Σκάψε το ακόμα πιο βαθιά και φράξε το πιο στέρεα,
και πλούτισε τη χλώρη του και πλάτηνε τη γη του,
κι ακλάδευτο όπου μπλέκεται να το βεργολογήσεις,
και να του φέρεις το νερό το αγνό της βρυσομάνας.
Κι άν αγαπάς τ’ ανθρώπινα κι’ όσα άρρωστα δεν είναι,
ρίξε αγιασμό και ξόρκισε τα ξωτικά, να φύγουν,
και τη ζωντάνια σπείρε του μ’ όσα γερά, δροσάτα.
Γίνε οργοτόμος, φυτευτής, διαφεντευτής!..
Κι αν είναι
κ’ έρθουνε χρόνια δίσεχτα, πέσουν καιροί ωργισμένοι,
κι όσα πουλιά μισέψουνε σκιασμένα, κι όσα δέντρα,
για τίποτ’ άλλο δε φελάν παρά για μετερίζια,
μη φοβηθείς το χαλασμό!.. Φωτιά ! Τσεκούρι !Τράβα !,
ξεσπέρμεψέ το, χέρσωσε το περιβόλι, κόφ’ το,
και χτίσε κάστρο απάνω του και ταμπουρώσου μέσα,
για πάλεμα, για μάτωμα, για την καινούργια γέννα,
π’ όλο την περιμένουμε, κι όλο κινάει για νάρθη,
κι όλο συντρίμμι χάνεται στο πέρασμα των κύκλων!..
Φτάνει μια ιδέα να στο πει, μια ιδέα να στο προστάξει,
κορώνα ιδέα, ιδέα σπαθί, που θα ναι απάνου απ’ όλα.
Κωστής Παλαμάς