Πολλά ερωτήματα που αφορούν το μέλλον της ανθρωπότητας και ιδιαίτερα αυτά στα οποία δεν έχει δοθεί ικανοποιητική απάντηση επανεμφανίζονται με διάφορους τρόπους. Αυτό ισχύει και για προβληματισμούς των Όργουελ και Χάξλεϊ.
Ο Όργουελ (1903-1950) και ο Χάξλεϊ (1894-1963) ήταν Άγγλοι συγγραφείς που προσπαθούσαν να προβλέψουν την εξέλιξη του ανθρώπου στις συνθήκες που δημιούργησαν οι σύγχρονες τεχνολογίες, καθένας βέβαια από τη δική του σκοπιά, αλλά και οι δύο με έντονη ανησυχία. Πάνω από μισό αιώνα μετά το θάνατό τους ο προβληματισμός τους κυκλοφορεί στο διαδίκτυο. Σχετίζεται με τις τεράστιες αλλαγές που έχουν γίνει στην πληροφόρηση και τις αναπόφευκτες επιπτώσεις της στην κοινωνία. Σήμερα μάλιστα που η πληροφόρηση μέσα από τα ΜΜΕ και το διαδίκτυο έχει πάρει τεράστιες διαστάσεις τα ερωτηματικά των Όργουελ και Χάξλεϊ προβάλλονται σαν εφιάλτης για το μέλλον της κοινωνίας. Παραθέτουμε σε αντιπαραβολή αυτά τα ερωτηματικά όπως κυκλοφορούν στο διαδίκτυο:
Ο εφιάλτης του Όργουελ | Ο εφιάλτης του Χάξλεϊ |
Φοβόταν εκείνους που θα απαγόρευαν τα βιβλία. | Φοβόταν ότι δεν θα υπάρχει λόγος να λογοκρίνουν τα βιβλία γιατί δεν θα υπάρχει κανένας που να θέλει να διαβάσει |
Φοβόταν εκείνους που θα μας στερούσαν την πληροφόρηση | Φοβόταν εκείνους που θα μας έδιναν τόση πολλή που θα οδηγούμασταν στην παθητικότητα και τον εγωισμό |
Φοβόταν ότι η αλήθεια θα αποκρύπτεται | Φοβόταν ότι η αλήθεια θα πνιγεί σε μια θάλασσα αδιαφορίας και άσχετων πραγμάτων |
Φοβόταν ότι θα γινόμασταν μια φυλακισμένη κοινωνία | Φοβόταν ότι θα γίνουμε μια επιπόλαια κοινωνία, απορροφημένη από κάποιο ισοδύναμο του “Orgy Porgy”, παγιδευμένη σε κάποια αποβλακωτική απόλαυση και σε ανόητα “σπορ”. |
Φοβόταν ότι οι άνθρωποι θα ελέγχονταν μέσω του πόνου | Στο θαυμαστό καινούργιο κόσμο οι άνθρωποι ελέγχονται μέσω της απόλαυσης |
Φοβόταν ότι όλα αυτά που μισούμε θα μας καταστρέψουν | Φοβόταν ότι θα μας καταστρέψουν αυτά που αγαπάμε . |
Η πρώτη εντύπωση, που δημιουργείται από την αντιπαράθεση των δύο απόψεων, είναι ότι υπάρχουν δύο σενάρια, δύο προοπτικές, που κινούνται σε αντιτιθέμενες κατευθύνσεις. Παρατηρούμε, πως το μόνο που συνδέει αυτές τις απόψεις είναι το αδιέξοδο και ο φόβος για το μέλλον, που φτάνει μάλιστα σε επίπεδο εφιάλτη. Καλούμαστε λοιπόν να απαντήσουμε:
Ποιος από τους δύο έχει δίκιο;
Καλό είναι να θυμηθούμε, ότι ο άνθρωπος από την εποχή που κατάφερε να σταθεί στα δυο του πόδια μέχρι σήμερα που εξερευνά το διάστημα, έλυνε με επιτυχία το ένα μετά το άλλο τα προβλήματα που του έβαζε η ίδια η ζωή ακόμη και τα υπαρξιακά, που έμπαιναν όταν είχε να αντιμετωπίσει δυνάμεις, που δεν ήταν σε θέση να ελέγξει. Για ποιο λόγο λοιπόν σήμερα ένα ήσσονος σημασίας πρόβλημα σαν κι αυτό της διάδοσης της πληροφόρησης οδηγείται σε αδιέξοδο; Για ποιο λόγο ο άνθρωπος σήμερα αδυνατεί να καταργήσει τις σημερινές αρνητικές συνέπειες της πληροφόρησης σε μια εποχή μάλιστα, που οι επιστημονικές και τεχνολογικές δυνατότητες έχουν πάρει τεράστιες διαστάσεις;
Ας σκεφτούμε λοιπόν: Ποιοι έχουν λόγους να φοβούνται σήμερα ένα μέρος της γνώσης και της επιστημονικής πληροφόρησης; Ποιοι έχουν συμφέρον από τη λογοκρισία και γιατί; Μήπως ο λόγος που απαγορεύονται όχι όλα τα βιβλία γενικά αλλά κάποια συγκεκριμένα βιβλία με επιστημονικό, κοινωνικό, ιστορικό, οικονομικό, φιλοσοφικό περιεχόμενο είναι ο ίδιος με το λόγο για τον οποίο κατακλύζεται η αγορά με τόνους βιβλίων-σκουπιδιών; Πρακτικά η στέρηση συγκεκριμένης πληροφόρησης έχει τα ίδια αποτελέσματα με την πλημμυρίδα της σκέψης με ασυνάρτητες, ασύνδετες, άχρηστες πληροφορίες. Η έλλειψη πληροφόρησης μπλοκάρει το μυαλό διότι δεν έχει, τί να επεξεργαστεί. Η συσσώρευση άσχετων μεταξύ τους, παραποιημένων, ημιτελών, αντιφατικών, κ.ά. πληροφοριών δημιουργεί στο μυαλό ένα τεράστιο μπλεγμένο κουβάρι, που μπλοκάρει την ικανότητα του μυαλού να σκεφτεί καθαρά ώστε να λύσει τα καθημερινά προβλήματα της ζωής.
Αναπόφευκτα λοιπόν θα πρέπει να αναζητήσουμε εκείνους που φοβούνται μια απελευθερωμένη κοινωνία, αυτούς που θέλουν να κρατούν τους πρωτοπόρους της σκέψης άλλοτε πίσω από τα σίδερα της φυλακής, άλλοτε ξεχασμένους στα αζήτητα και άλλοτε θαμμένους κάτω από τόνους λάσπης. Να αναρωτηθούμε, μήπως είναι οι ίδιοι με αυτούς που φροντίζουν συνειδητά να τροφοδοτείται η κοινωνία με αγοραίες διασκεδάσεις και απολαύσεις, αυτούς που μέσα από συγκεκριμένους μηχανισμούς ελέγχουν τη σκέψη και ευθύνονται για τη σημερινή βαρβαρότητα, τον οχαδερφισμό, την απομόνωση, την απάθεια,
Ποιοι φοβούνται την κοινωνική αλλαγή;
Ποιοι είναι αυτοί τέλος πάντων; Μήπως πρόκειται για κάποιες αόρατες δυνάμεις, μήπως βρισκόμαστε σε κάποια κακή συγκυρία, μήπως έχουμε να αντιμετωπίσουμε κάποιες εποχιακές ανυπέρβλητες δυσκολίες, ή μήπως μας εκδικείται κάποια… υπερφυσική δύναμη, επειδή “ακολουθήσαμε στραβό δρόμο”; Αόρατοι άνθρωποι δεν υπάρχουν. Πρέπει να στρέψουμε την προσοχή μας σ΄ αυτούς, που έχουν συμφέρον τόσο από αυτά που φοβόταν ο Όργουελ, όσο και από αυτά που φοβόταν ο Χάξλεϊ; Αυτοί που έχουν συμφέρον από την περιθωριοποίηση των ανθρώπων είτε μέσω της βίαιης καταστολής των προσπαθειών για κοινωνική απελευθέρωση είτε μέσω της αποβλάκωσης. Είναι αυτοί, που έχουν οικονομικό συμφέρον από διατήρηση της σημερινής κοινωνικής αδράνειας. Είναι αυτοί, που μέσα από την παιδεία, τη θρησκεία, το life style προωθούν με χίλιους δυο τρόπους τη χειραγώγηση της συνείδησης των ανθρώπων στους χώρους διασκέδασης και εργασίας.
Είναι αυτοί, που μέρα-νύχτα με όπλο την άδικη δικαιοσύνη, τους αντιλαϊκούς νόμους, τιςίντριγκες, τις συνωμοσίες και τους πολέμους σπέρνουν τον πόνο και τη δυστυχία σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης. Δεν πρόκειται για κάποιους “κακούς”, που μπορούν να αντικατασταθούν από κάποιους άλλους “καλούς”. Πρόκειται για μια ολόκληρη κοινωνική τάξη, την άρχουσα τάξη, την τάξη των καπιταλιστών, αυτή που έχει οικονομικό όφελος από τη διατήρηση της κυριαρχίας της. Είναι η αστική τάξη που τροφοδοτεί τόσο τους φόβους του Όργουελ, όσο τους φόβους του Χάξλεϊ, που στο μόνο που διαφέρουν είναι η σκοπιά από την οποία βλέπουν τις οδυνηρές συνέπειες του καπιταλισμού.
Δεν έχουμε λοιπόν τίποτα να κερδίσουμε πέφτοντας στην παγίδα να αναρωτιόμαστε, ποιος από τους δύο έχει δίκιο. Και οι δύο βλέπουν την κοινωνία από τη σκοπιά της διατήρησης, της καλυτέρευσης του καπιταλιστικού συστήματος, που βρίσκεται σε τέτοιο σημείο σήψης, που δε φτιασιδώνεται παρά μόνο καταργείται, για να δώσει τη θέση του στο επόμενο κοινωνικό σύστημα, το σοσιαλιστικό, που η λειτουργία του δεν θα στηρίζεται στο ατομικό κέρδος αλλά θα δουλεύει για την εξυπηρέτηση του κοινωνικού συνόλου.
Και σ αυτό προσφέρουν χωρίς βέβαια να το έχουν επιζητήσει σημαντικές υπηρεσίες και οι δυο συγγραφείς, καθώς μας περιγράφουν τον εφιαλτικό χαρακτήρα του μέλλοντος που μας επιφυλάσσει το κοινωνικοοικονομικό σύστημα, στο οποίο ζούμε και μας προϊδεάζουν για την αυριανή παράλογη και ελεεινή κοινωνία ενός ακόμα πιο βάρβαρου και αιμοδιψούς καπιταλισμού, που θα την αποτελούν άνθρωποι παγιδευμένοι από τους φόβους τους και γι αυτό απόλυτα παθητικοποιημένοι και χειραγωγήσιμοι, άνθρωποι αλλοτριωμένοι και αδύναμοι να συλλάβουν το αληθινό νόημα της ζωής, ανίκανοι να εξουσιάσουν τον εαυτό τους και την τύχη τους σ ένα περιβάλλον εξαθλίωσης, ακρισίας και σύγχυσης, στο οποίο σε απόλυτο βαθμό θα διαφεντεύονται και θα κυριαρχούνται από αλλότριες εχθρικές για την ευτυχία τους δυνάμεις. Και οι δύο συγγραφείς αναφέρονται σε μια κοινωνία με πλάσματα δυστυχισμένα, θλιβερά και τραγικά. Άρα απ’ αυτή τη σκοπιά μας κάνουν να αναρωτιόμαστε αν είναι αυτό το μέλλον που θέλουμε και ονειρευόμαστε. Άνθρωποι σκλαβωμένοι στην προαποφασισμένη για μας μοίρα, γρανάζια στην παραγωγή και στην αναπαραγωγή του συστήματος, απλά καπιταλιστικά προϊόντα ή άνθρωποι ελεύθεροι, δημιουργοί του μέλλοντός μας και του μέλλοντος της ανθρωπότητας στην ιστορική της ευτυχισμένη εξέλιξη;