image_print

Καθημερινά εμφανίζονται πολιτικά πρόσωπα σε τηλεοπτικά κανάλια. Σε μερικές εκπομπές κάποιος δημοσιογράφος παίρνει μια συνέντευξη, σε άλλες διευθύνει μια συζήτηση και σε άλλες χρησιμοποιούνται “παράθυρα”, που φιλοξενούν πολιτικούς ή “ειδικούς αναλυτές”, ή άλλους που σχετίζονται με το θέμα της εκπομπής.

Και στις τρεις περιπτώσεις πάνω απ΄ όλα επιδιώκεται η προβολή των απόψεων που συμφέρουν την αστική τάξη, ανεξάρτητα από το εάν αυτές είναι φιλοκυβερνητικές ή αντιπολιτευτικές. Το περιεχόμενο της εκπομπής καθορίζει επίσης η τηλεθέαση, δηλαδή η παρακολούθηση της εκπομπής από όσο το δυνατόν περισσότερα άτομα.

Συμμετοχή εκπροσώπων

Στις εκπομπές αυτές αποφεύγεται συστηματικά η πρόσκληση ατόμων με ταξικό προσανατολισμό προς όφελος της εργατικής τάξης. Παρ’ όλα αυτά η απόλυτη απουσία αυτών των ατόμων θα είχε αρνητικές συνέπειες τόσο για τα ποσοστά της τηλεθέασης όσο και για τις εμβόλιμες διαφημίσεις. Οι δημοσιογράφοι είναι επιλεγμένα άτομα, που το καθένα τους εκπροσωπεί ένα βασικό ανθρώπινο τύπο. Άλλος έχει λαϊκή εμφάνιση και ομιλία, άλλος εμφανίζεται μορφωμένος, σοβαρός και αδέκαστος ενώ δε λείπουν και εκείνοι που έχουν μόνο συμπαθητική εμφάνιση. Οι ερωτήσεις τις περισσότερες φορές παρουσιάζονται με τρόπον ώστε να συσκοτίζεται ο ταξικός χαρακτήρας του θέματος και περιστρέφονται σε δευτερεύοντα ζητήματα, ή σε παραμέτρους που αγγίζουν το θέμα μόνο επιδερμικά.

Μεθοδολογία και Τεχνικές

Οι δημοσιογράφοι όταν παίρνουν συνεντεύξεις εκπροσώπων της αστικής άποψης κάνουν ερωτήσεις, που ενώ φαίνεται ότι έχουν αυστηρό χαρακτήρα “ανάκρισης” στην ουσία είναι “στημένες” ερωτήσεις δίνουν την ευκαιρία στο πολιτικό πρόσωπο να αναπτύξει την άποψη, που υποστηρίζει και να αρνηθεί κατηγορίες των αντιπάλων του, χαρακτηρίζοντάς τες αναληθείς, υποστηρίζοντας πως παρερμηνεύουν τη δική του άποψη. Συχνά χρησιμοποιεί άλλες τεχνικές, όπως την τεχνική της λαθεμένης σύγκρισης, δηλαδή συγκρίνει τη δική του άποψη με κάτι ανόμοιο, μη συγκρίσιμο. Αναδεικνύει δικά του πλεονεκτήματα, που είναι μακρυά ή και άσχετα με το θέμα που συζητά. Προβαίνει σε κατηγορίες χωρίς αποδείξεις. Μερικές φορές χρησιμοποιεί όρους και περίπλοκες εκφράσεις, προσπαθώντας να δημιουργήσει σύγχυση στα μυαλά των τηλεθεατών, ή έμμεσες απειλές με στόχο τον εκφοβισμό των τηλεθεατών..

Γενικά ο πολιτικός εκπρόσωπος έχοντας επίγνωση του προπαγανδιστικού χαρακτήρα της εμφάνισής του κάνει χρήση των τεχνικών προπαγάνδας που απαιτείται. Διαστρεβλώνει απόψεις και γεγονότα, παραπληροφορεί, καλλιεργεί ψευδαισθήσεις, δημιουργεί ανάλογα με την περίπτωση κλίμα αβεβαιότητας, αισιοδοξίας, τεχνητής ευφορίας, φόβου και ανασφάλειας, Κινδυνολογεί όταν το επιτρέπει η περίσταση, απειλεί άμεσα ή με τη δημιουργία συνειρμών. Όσο πιο υψηλή είναι η θέση του πολιτικού προσώπου τόσο μεγαλύτερη είναι η προσπάθεια και του πολιτικού και του παρουσιαστή ώστε να μη γίνουν αντιληπτές οι προπαγανδιστικές τεχνικές, αλλά οι προβαλλόμενες θέσεις να φαίνονται σαν λογικός τρόπος αντιμετώπισης των λαϊκών προβλημάτων.

Για τον εκπρόσωπο της εργατικής τάξης

Όταν η συνέντευξη δίνεται από άτομο προσανατολισμένο ταξικά στο πλευρό της εργατικής τάξης τότε το κλίμα είναι διαφορετικό. Ο δημοσιογράφος με διφορούμενες λέξεις, διακοπές, παρεμβάσεις, προσπαθεί να διασπάσει την προσοχή του. Δημιουργεί κλίμα πραγματικής “ανάκρισης”, χρησιμοποιεί πλάγιες επιθέσεις, με σκοπό να του προκαλέσει εκνευρισμό, να τον οδηγήσει σε ψυχολογική άμυνα. Με συνεχείς ερωτήσεις προσπαθεί να αποδιοργανώσει τη σκέψη του, να τον κάνει να νοιώσει αβεβαιότητα για την ικανότητά του να υπερασπίσει την άποψή του, να μη μπορέσει να χρησιμοποιήσει τα αποδεικτικά στοιχεία που διαθέτει. Τον παγιδεύει με διφορούμενες ερωτήσεις, προσπαθεί να τον κάνει να αισθανθεί ανασφαλής και ευάλωτος.

Το ίδιο συμβαίνει και όταν εμφανίζεται εκπρόσωπος της εργατικής τάξης στα “παράθυρα”. Του δίνεται ελάχιστος χρόνος για να εκφράσει την άποψή του, επειδή είναι ένας ανάμεσα σε πολλούς προσκεκλημένους, που έχουν φαινομενικά διαφορετικές απόψεις αλλά στην ουσία εκπροσωπούν τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Ακόμη και τον ελάχιστο χρόνο που του δίνεται, συχνά τον κατακερματίζουν με διαφημίσεις και τον τοποθετούν σε χρόνο που η τηλεθέαση της εκπομπής είναι μειωμένη. Στην καλύτερη περίπτωση τον αναγκάζουν σε ένα σύντομο μονόλογο και στη συνέχεια όλοι μαζί αγνοούν τα επιχειρήματα και τα στοιχεία που παρουσίασε έτσι ώστε στα μυαλά των τηλεθεατών να μη μπορέσει να γίνει αντιπαράθεση πάνω στην ουσία των ζητημάτων, αλλά να μείνουν μόνο οι εντυπώσεις.

Με τον τρόπο αυτό “βραχυκυκλώνεται” η πραγματικά φιλολαϊκή άποψή, δίνεται η εντύπωση ότι ο εκφραστής της είναι “εκτός θέματος”, ότι δεν αξίζει να συζητηθεί, ή ότι βρίσκεται εκτός πραγματικότητας. Οι υπόλοιποι επιστρέφουν ακάθεκτοι στον τηλεοπτικό καβγά τους, που περιορίζεται σε δευτερεύοντα, ανούσια ζητήματα, ή με έμμεσο τρόπο προσανατολίζουν τη σκέψη του τηλεθεατή σε απόψεις και λύσεις που συμφέρουν το κεφάλαιο.

Η απόκρυψη της ουσίας των προβλημάτων

Παράδειγμα οι συζητήσεις που αφορούν στο χρέος: Αντί η συζήτηση να επικεντρώνεται στο γιατί και με ποιο τρόπο δημιουργείται το χρέος, ποιος ωφελείται από αυτό, τελικά ποιος το πληρώνει και πως μπορεί να οργανωθεί ο αγώνας για τη διαγραφή του χρέους, μεταφέρεται σε τελείως διαφορετικό επίπεδο. Ο παρουσιαστής και οι υποστηρικτές της άποψης που συμφέρει το κεφάλαιο περιστρέφουν τη συζήτηση στο πόσο δίκαια, πόσο μεγάλα είναι τα επιτόκια, πως η αποπληρωμή του θα μετατεθεί σε μεταγενέστερο χρόνο, με ποιο τρόπο θα μοιραστεί “δικαιότερα” στα λαϊκά στρώματα, αν και με ποιο “κόλπο” θα κουρευτεί, αν οι ξένοι δανειστές είναι “φιλέλληνες”κ.ά.

Η σύνθεση των συνομιλητών, τα θέματα προς συζήτηση, η αισθητική εμφάνιση και δημοτικότητα των παρουσιαστών των τηλεοπτικών εκπομπών, έχει όλα τα χαρακτηριστικά κινηματογραφικών ταινιών, που ενώ έχουν αντιδραστικό περιεχόμενο, μπορούν να κερδίσουν όσκαρ.

image_print