23 Δεκεμβρίου 1849 σε μια πλατεία της Πετρούπολης στην τσαρική Ρωσία το εκτελεστικό απόσπασμα ετοιμάζεται να δώσει τέλος στη ζωή κάποιων διανοούμενων, που αγωνίζονται για κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, για ζωή με δικαιώματα. Το τσαρικό καθεστώς αμείλικτο στους εχθρούς του που συνωμοτούν εναντίον του απαντάει με καταδίκες σε θάνατο. Ένα από τα μέλη αυτής της επαναστατικής ομάδας ουτοπιστών σοσιαλιστών ” του κύκλου Petrashevsky” είναι και ο 28χρονος Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, κορυφαία μορφή της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ο μεγαλύτερος Ρώσος συγγραφέας και ο βαθύτερος ανατόμος της ανθρώπινης ψυχής.
Περιμένοντας την εκτέλεση και μόλις λίγα λεπτά προτού η σφαίρα σημαδέψει την καρδιά του, έρχεται η χαρμόσυνη είδηση, ότι τους δόθηκε χάρη και η ποινή τους μετατράπηκε σε εξορία στα κάτεργα της Σιβηρίας. Συγκλονισμένος από το απροσδόκητο της σωτηρίας του επιστρέφει στο κελί του και γράφει στον αδελφό του:
«Όταν αναπολώ το παρελθόν μου και σκέφτομαι πόσο χρόνο έχω χάσει για το τίποτα, πόσο πολύ χρόνο έχω σπαταλήσει ματαιοπονώντας, σε λάθη, τεμπελιά, σε ανικανότητα για να ζήσω – πόσο λίγο εκτιμούσα τη ζωή, πόσες φορές αμάρτησα ενάντια στην καρδιά μου και στην ψυχή μου – τότε η καρδιά μου ματώνει. Η ζωή είναι ένα δώρο, η ζωή είναι ευτυχία, κάθε λεπτό μπορεί να είναι μια αιωνιότητα ευτυχίας.
Δεν είμαι ούτε κακόκεφος ούτε αποκαρδιωμένος. Η ζωή βρίσκεται παντού, η ζωή είναι εντός μας, όχι εκτός μας. Θα βρίσκομαι ανάμεσα σε ανθρώπινα πλάσματα και θα είμαι ένας άντρας μεταξύ αντρών κι έτσι θα παραμείνω για πάντα, δεν θα αποκαρδιωθώ και δεν θα τα παρατήσω ό,τι κι αν συμβεί – αυτό είναι η ζωή, αυτό είναι το νόημά της, θα το θυμάμαι για πάντα. Αυτή η ιδέα έχει κυριεύσει τη ζωή μου και το αίμα μου.»