image_print

Μια πραγματικά συναρπαστική πνευματική κίνηση στη διανοητική ιστορία του ανθρώπου υπήρξε η εμφάνιση των σοφιστών στα μέσα περίπου του 5ου π.Χ αιώνα. Και ήταν ο απλωμένος γύρω από το Αιγαίο ελληνικός κόσμος, που γεμάτος θάρρος, περηφάνεια και αυτοπεποίθηση

ειδικά μετά τις λαμπρές του νίκες κατά των Περσών δημιούργησε αυτό το θαύμα. Και η δημοκρατία επίσης με τους λαμπρούς θεσμούς της, που έκανε τον άνθρωπο συνειδητό πολίτη με την αξίωση να κυβερνά την πολιτεία και τη δική του τύχη. Καθώς και οι νέες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες και ο πλούτος που εισέρρευσε από το εμπόριο στη θάλασσα και την ανάπτυξη της βιοτεχνίας, που ανέβασαν το επίπεδο της ζωής κι έδωσαν σ όλους τους πολίτες την άνεση, την ασφάλεια και τη διάθεση για χαρά και δημιουργία. Μέσα σ αυτό λοιπόν το περιβάλλον με κέντρο βάρους τη δημοκρατική πόλη, γέννημα των κοινωνικών αγώνων του λαού, είναι που άνθισε το ιστορικό φαινόμενο των σοφιστών.

Το άτομο πολίτης

 

Μετά την αφαίρεση του μύθου από τα φυσικά φαινόμενα, που πέτυχαν οι Ίωνες φυσικοί, ο νους τραβάει ακόμα πιο μακριά και “ ξεγυμνώνει από το μυστήριο και τους κοινωνικούς θεσμούς, την ίδια την ανθρώπινη διανόηση και τα δημιουργήματά της: θρησκεία, δίκαιο, νόμους, γλώσσα, έθιμα” βροντοφωνάζοντας, ότι όλα αυτά δεν είναι θεϊκές αποκαλύψεις, αλλά ανθρώπινα κατασκευάσματα και η αξία τους είναι σχετική, καθώς δέχονται απεριόριστη συμπλήρωση και τελειοποίηση. Την ομιλία δε τη δίδαξε κανένας θεός, τη φωτιά δεν τη χάρισε κανένας ημίθεος, τις τέχνες και τη γνώση καμμιά Αθηνά. Ο άνθρωπος φτιάχνει τις κοινωνίες του με την αλληλεγγύη, τη δικαιοσύνη και τη σωφροσύνη.

Αυτά ήταν τα υπέροχα μηνύματα που μετέφεραν οι σοφιστές, περίφημοι λόγιοι και διανοητές κάθε γνωστικού τομέα της εποχής, που ήρθαν από τις αποικίες στην Αθήνα, πνευματικό κέντρο του αρχαίου ελληνικού κόσμου, για να διδάξουν πολιτική τέχνη, ρητορική, φιλοσοφία, ηθική στους νέους αλλά και σε κάθε πολίτη, που ενδιαφερόταν να εκπαιδευθεί προκειμένου να παρέχει αποτελεσματικά τις υπηρεσίες του στην πόλη.

Ας έχουμε συνέχεια κατά νου, ότι στην αθηναϊκή δημοκρατία των κλασσικών χρόνων η εκλογή στα δημόσια αξιώματα γινότανε με κλήρο και ότι η ουσία του δημοκρατικού τους πολιτεύματος βρισκόταν ακριβώς στη δυσπιστία προς τους ειδικούς και στην εμπιστοσύνη στη συλλογική κρίση των κοινών ανθρώπων. Έτσι όλοι οι πολίτες ανεξάρτητα από μόρφωση και πλούτο έπαιρναν μέρος στην εκκλησία του δήμου και αποφάσιζαν για όλα τα θέματα, που αφορούσαν την πόλη τους και για τα πιο σοβαρά ακόμα, όπως για παράδειγμα η ειρήνη και ο πόλεμος. Όλοι οι πολίτες στη διάρκεια της ζωής τους έκαναν τη θητεία τους ως βουλευτές, δικαστές, ταμίες και λογοδοτούσαν για το έργο τους όχι σε ανώτερους άρχοντες αλλά κατ’ ευθείαν στη βουλή και στην εκκλησία του δήμου, πράγμα που σήμαινε ότι όφειλαν να είναι σε θέση να ανταποκρίνονται στις κάθε φορά υποχρεώσεις του αξιώματός τους. Αυτή την εκπαίδευση για το καλό κυρίως του δήμου την είχαν αναλάβει οι σοφιστές.

Ο θρίαμβος του Ορθολογισμού

 

Είναι πραγματικά εντυπωσιακό το πόσο σύγχρονο είναι το φάσμα των προβλημάτων, με τα οποία ασχολήθηκε η σοφιστική σκέψη. Για πρώτη φορά στη διανοητική ιστορία του ανθρώπου γίνεται σοβαρή προσπάθεια να δοθεί “δια του λόγου” ερμηνεία στο κοινωνικό γίγνεσθαι, να αναδειχθεί η τεράστια λογική δύναμη και εξελικτική ικανότητα του ανθρώπου. Οι σοφιστές με ολόθερμη αισιοδοξία πιστεύουν και διδάσκουν, πως ο άνθρωπος και η ζωή που αγωνίζεται να στεριώσει, ανεβαίνει σκαλοπάτι- σκαλοπάτι σε όλο και ανώτερα στάδια εξέλιξης. Πως ο άνθρωπος δεν ήρθε σ αυτή τη ζωή με έτοιμες αποσκευές την προκαθορισμένη του φύση ή κάποιο προεπιλεγμένο τέλος(σκοπό), αλλά αυτοδημιουργείται και αναδημιουργείται μεταβαλλόμενος συνεχώς μέσα στη ροή των κοινωνικών και ιστορικών γεγονότων.

Ο κόσμος γίνεται από θεοκεντρικός ανθρωποκεντρικός. Κριτήριο και μέτρο για όλα είναι ο άνθρωπος. Τα αισθητά υπάρχουν γιατί οι αισθήσεις και η νόησή του τα πιστοποιούν. Τα υπερφυσικά και τα άυλα δεν υπάρχουν, γιατί τίποτε δε βεβαιώνει την ύπαρξή τους. Καλό είναι ό,τι ο άνθρωπος θεωρεί καλό , κακό εκείνο που αποκρούει. Συνέπεια όλων αυτών των θέσεων και αντιλήψεων είναι ο παραμερισμός της μεταφυσικής και η προσέγγιση της διαλεκτικής όχι τόσο σε θεωρητικό επίπεδο όσο σε πρακτικό και καθημερινό.

Τέθηκαν από τους σοφιστές προς διερεύνηση για πρώτη φορά σε ορθολογική δομή και πλαίσιο μεγάλα προβλήματα γνωσιολογίας, λογικής, μεταφυσικής. Συζητήθηκαν και εξετάστηκαν φιλοσοφικά προβλήματα σχετικά με τη θεωρία της γνώσης και της αντίληψης, όπως για τη φύση της αλήθειας και τη σχέση μεταξύ φαινομενικού και πραγματικού, μεταξύ γλώσσας και σκέψης, για το βαθμό στον οποίο οι αισθητηριακές αντιλήψεις πρέπει να θεωρούνται αλάθητες.

Ακόμα προβλήματα που άπτονται της κοινωνιολογίας της γνώσης, καθώς πάρα πολλά απ΄ αυτά, που νομίζουμε ότι γνωρίζουμε, εξαρτώνται από κοινωνικούς και άρα μεταβαλλόμενους και σχετικούς παράγοντες. Το θέμα, του αν υπάρχει δυνατότητα οποιασδήποτε γνώσης των θεών και η πιθανότητα οι θεοί να υπάρχουν μόνο στο νου μας ή να είναι ανθρώπινες επινοήσεις για εξυπηρέτηση ψυχολογικών και κοινωνικών αναγκών, γίνεται κομβικό και απασχολεί σοβαρά τη σοφιστική σκέψη. Καθώς η προσοχή είναι γυρισμένη στα εγκόσμια αγαθά και στη φροντίδα της επίγειας ζωής που τη φωτίζει η θέρμη του ήλιου και όχι στο θάνατο και στην πέρα απ΄ αυτόν μαυρίλα, οι φόβοι για το άγνωστο και το επέκεινα αρχίζουν να παραμερίζονται. Ο νους και η λογική παίρνουν πλέον τη θέση των θεών και οι θεοί γίνονται πια καθαρά διακοσμητικοί. Η ηθική δεν υπαγορεύεται από θεϊκά κελεύσματα ή από το φόβο μιας έξωθεν θεϊκής τιμωρίας αλλά γίνεται εσωτερική υπόθεση του φωτισμένου από το λογικό ανθρώπου, που αντιλαμβάνεται, πόσο μεγαλύτερο είναι γι αυτόν το όφελος από μια ζωή με κοινωνικά αισθήματα, με “αιδώ και δίκη”. Έννοιες με κοινωνική και πολιτική σημασία η αιδώς δηλώνει το αίσθημα ευθύνης απέναντι στα υπόλοιπα μέλη της κοινωνίας και η δίκη το σεβασμό για τα δικαιώματα των άλλων.

Οι σοφιστές, παιδιά της δημοκρατίας και του ελληνικού άστεως, ήταν στην εποχή τους αυτοί, που σήκωσαν τη σημαία της διαμαρτυρίας και της απαίτησης για κοινωνική δικαιοσύνη. Σε μια Αθήνα, που στην εποχή του Περικλή είχε εκατό χιλιάδες δούλους και εκατό τριάντα χιλιάδες ελεύθερους πολίτες και μέτοικους, με τους ελεύθερους πολίτες να αποτελούν μια σύνθετη διαστρωμάτωση γεμάτη από κοινωνικές αντιθέσεις και συγκρούσεις, η εικόνα της πόλης ήταν, καθώς μας πληροφορεί ο Πλάτωνας, μιας πόλης που έκλεινε μέσα της δύο εχθρικές πόλεις: μία των φτωχών και μία άλλη των πλουσίων. Οι σοφιστές ήταν οι πρώτοι, που κήρυξαν την ισότητα όλων των ανθρώπων και έθεσαν θέμα σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Τα θέματα των δούλων, τους οποίους ο Αριστοτέλης θεωρούσε “ ως φύσει δούλους ”, δηλαδή γεννημένους για δούλους, των γυναικών, που εξακολουθούσαν να είναι χωρίς πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα καθώς και των άλλων λαών, που για τους Έλληνες ήταν απολίτιστοι δηλαδή βάρβαροι, απασχόλησαν σοβαρά τη σοφιστική σκέψη, η οποία ήταν αντίθετη σ΄ όλες τις διακρίσεις και διαπνεόταν από αντιλήψεις περί κοινωνικού συμβολαίου, φυσικού δικαίου και αισθήματος κοινότητας για όλους ανεξαιρέτως τους ανθρώπους.

Ο ορθολογιστής σοφιστής Αντιφών διατυπώνει μάλιστα την εξής πρωτοποριακή άποψη: “επεί φύσει πάντα πάντες ομοίως πεφύκαμεν και βάρβαροι και Έλληνες είναι”. Και σ΄ ολόκληρο το σχετικό του κείμενο αναφέρει ότι “εκείνους που κατάγονται από πατέρες ευυπόληπτους τους σεβόμαστε και υποκλινόμαστε μπροστά τους, ενώ εκείνους, που κατάγονται από ταπεινή οικογένεια ούτε τους σεβόμαστε ούτε υποκλινόμαστε μπροστά τους. Ως προς αυτό λοιπόν το πεδίο συμπεριφοράς μας, έχουμε γίνει βάρβαροι, απολίτιστοι, γιατί ως προς τη φυσική μας υπόσταση όλοι είμαστε από την ίδια φύση και οι βάρβαροι και οι Έλληνες, αφού αέρα αναπνέουμε όλοι με το στόμα και τη μύτη και τρώμε όλοι με τη βοήθεια των χεριών μας…” Και αργότερα ο σοφιστής Ακιδάμας κήρυξε στον Μεσσηνιακό του λόγο, ότι ο Θεός άφησε όλους τους ανθρώπους ελεύθερους και η φύση δεν προόρισε κανέναν για σκλάβο.

Πάνω από όλα είναι παιδαγωγοί.

 

Πάνω απ’ όλα όμως οι σοφιστές είναι παιδαγωγοί. Ακολουθώντας τη γνήσια ελληνική παράδοση, που πρωταρχικό στη μόρφωση βάζει την πολιτική αγωγή, διδάσκουν στους νέους “ την πολιτική αρετή”, “την πολιτική σοφία και τέχνη” με τελικό σκοπό την “ευβουλία”, την ικανότητα δηλαδή μέσα από την ανάπτυξη μιας ολοκληρωμένης προσωπικότητας να μπορεί ο νέος άνθρωπος να εργάζεται για το δημόσιο και το ιδιωτικό καλό, αγαθά που για την αρχαία πόλη είναι απόλυτα ταυτισμένα.

Η ετυμηγορία των σοφιστών, πως η αρετή είναι διδακτή, γίνεται βόμβα πραγματική στα θεμέλια του αριστοκρατικού οικοδομήματος , που στηριζόταν στο δόγμα ότι η αρετή είναι κληρονομική, χάρισμα θεού για λίγους και εκλεκτούς. Οι πρωτοπόροι αυτοί δάσκαλοι πιστεύουν και κηρύττουν τη χωρίς όρια καλλιέργεια του νου κάνοντας αναφορά για πρώτη φορά στην ανάγκη για ανθρωπιστική μόρφωση. Ό,τι ονομάστηκε στα κατοπινά χρόνια humanismus γεννήθηκε στην Ελλάδα από τους σοφιστές. Όπως με τη γυμναστική στις παλαίστρες και στα στάδια ο δημοκρατικός κόσμος αφαίρεσε από την αριστοκρατία το προνόμιο της πολεμικής αρετής, έτσι η νέα παιδαγωγική πάει να της αφαιρέσει και την αποκλειστικότητα της πολιτικής αρετής. Η αγωγή πια γίνεται από τους σοφιστές ιστορική ανάγκη για την αλλαγή του κόσμου σε κατεύθυνση προοδευτική. Η συμμετοχή στη δημόσια ζωή γίνεται δρόμος για να μετατραπεί το άμορφο και άβουλο πλήθος σε διαμορφωτή της τύχης του.

Πρωταγόρας, ο κορυφαίος σοφιστής.

 

Ο κορυφαίος των σοφιστών, ο Πρωταγόρας ο Αβδηρίτης, αρχίζει το σύγγραμμά του “Αλήθεια ή καταβάλλοντες”, με την περιβόητη φράση “χρημάτων μέτρον εστίν ο άνθρωπος, των μεν όντων ως έστιν, των δε ουκ όντων ως ουκ έστιν”. Όλα τα πράγματα καθορίζονται από τον άνθρωπο. Πραγματική υπόσταση έχουν όσα βλέπει κι όσα πιάνει. Όλα τα άλλα, αόρατα, υπερφυσικά κι απρόσιτα στις αισθήσεις του, απλά δεν υπάρχουν. Η πρόταση αυτή με την εισαγωγή του “ homo mensura”, του ανθρώπου μέτρου για όλα, μας πάει ένα βήμα μπροστά στην ιστορία της εξέλιξης του ανθρώπου. Οι θεοκεντρικές απόψεις αρχίζουν να υποχωρούν. Η ανθρωπομετρική στάση ζωής εισχωρεί παντού δίνοντας σκληρό χτύπημα στην ολιγαρχία και στο ιδεολογικό της κόσμο, που τόσο φρόνιμα είχε κανονίσει μέσα από τη θεία πρόνοια να κυβερνά και να διαφεντεύει.

Η σοφιστική σκέψη πολεμήθηκε με πείσμα

 

Και φτάνουμε έτσι σιγά σιγά να καταλάβουμε πώς γράφεται η ιστορία, πώς φτάνουν οι λέξεις να ξεντύνονται την αρχική τους σημασία και να παίρνουν στο χρόνο άλλο φορτίο, πώς γίνεται να διασώζονται τα έργα όλων των ένθερμων υποστηρικτών των δουλοκτητικών σχέσεων και της κοινωνικής παρακμής, όλων των απολογητών των θεολογικών, ιδεαλιστικών και αντιδραστικών θέσεων και απόψεων και να καίγεται και να καταστρέφεται όλη η προοδευτική παράδοση της ανθρωπότητας.

Είναι τυχαίο, που δε σώζεται το έργο κανενός από τους σοφιστές με αποτέλεσμα να είμαστε υποχρεωμένοι να βασιζόμαστε σε ασήμαντα αποσπάσματα και συχνά σε δυσνόητες ή αναξιόπιστες περιλήψεις των διδασκαλιών τους; Και το χειρότερο, για μεγάλο μέρος των πληροφοριών μας να στηριζόμαστε στην έντονα εχθρική αντιμετώπισή τους από τον Πλάτωνα, η θέση του οποίου υπήρξε και παρέμεινε η επίσημη ιστορική άποψη για τα επόμενα δύο χιλιάδες χρόνια; ‘Έτσι έφθασαν οι σοφιστές να θεωρούνται έμποροι γνώσης, υπεύθυνοι του εκφυλισμού και της διαφθοράς της Αθήνας, να τους προσάπτουν ότι υπέσκαπταν τη δημόσια και ιδιωτική ηθική της με το να διδάσκουν την τέχνη του παραπλανητικού λόγου, με το να διαδίδουν ανήθικα ήθη και με το να ενθαρρύνουν τους μαθητές τους να κυνηγούν την φιλοδοξία και την απληστία χωρίς ηθικούς ενδοιασμούς.

Ακόμα και η λέξη σοφιστής, που αρχικά σήμαινε αυτόν που εξασκεί τη σοφία, ταυτιζόμενη απόλυτα με την έννοια του σοφού, εξαιτίας της λυσσαλέας πολεμικής του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη και άλλων σύγχρονων και μεταγενέστερων αντιδραστικών, άλλαξε σημασία κι έφτασε να δηλώνει μέχρι και σήμερα, εκείνον που προσπαθεί να παραπλανήσει και να εξαπατήσει με σοφιστείες και σοφίσματα, δηλαδή με αληθοφανείς και κυρίως αναληθείς συλλογισμούς.

Αυτοί οι σοφοί άνθρωποι που κήρυξαν την ισότητα των ταπεινών και των δυνατών, των Ελλήνων και των βαρβάρων καθώς και τη δυνατότητα του καθένα με διδασκαλία και καθοδήγηση να μπορεί να κυβερνάει τη ζωή του και τη ζωή της πόλης του, που αγαπήθηκαν και τιμήθηκαν τόσο, που οι μαθητές τους, όπως με πικρία γράφει ο Πλάτωνας, μόνο που δεν τους σήκωναν στο κεφάλι “ ..και επί ταύτη τη σοφία ούτω σφόδρα φιλούνται, ώστε μόνον ουκ επί ταις κεφαλαίς περιφέρουν αυτούς οι εταίροι..” παραμορφώθηκαν και κακοποιήθηκαν με το χειρότερο τρόπο ως νεωτεροποιοί και αγύρτες, που βάζουν σε κίνδυνο τα ιερά, τα όσια και κυρίως την “πάτριον αγωγή”. Για τους εκάστοτε βέβαια υπερπατριώτες, οπισθοδρομικούς και καταπιεστές η πάτριος αγωγή ταυτίζεται με την “ πάτριον πολιτεία”, αυτή που υπηρετεί τα ταξικά τους συμφέροντα, που εκφράζει το παρωχημένο και το ιστορικά ξεπερασμένο.

Η σοφιστική και στις τρεις διαστάσεις του χρόνου.

 

H σοφιστική σκέψη αν και γεννήθηκε στο παρελθόν δεν ανήκει αποκλειστικά σ΄ αυτό. Ανήκει και στο παρόν, καθώς συνεχίζει μέχρι και σήμερα να είναι χρήσιμη για τη σύγχρονη διερεύνηση και αντίληψη του κόσμου και της κοινωνικής πραγματικότητας. Και μπορούμε να πούμε ότι ανήκει και στο μέλλον, το οποίο θα χρησιμοποιήσει στην οικοδόμησή του από τα υλικά του παρελθόντος ό,τι πιο προοδευτικό και πιο αξιόλογο δημιούργησε η ανθρώπινη σκέψη διαχρονικά.

Το πνευματικό έργο των σοφιστών, ως καρπός προσπάθειας του ανθρώπου στην πορεία της εξανθρώπισής του, αποτελεί πλέον κτήμα εσαεί του ανθρώπινου πολιτισμού. Άνθρωποι της δράσης χρησιμοποίησαν όλες τις γνώσεις και τις δεξιότητές τους όχι μόνο ως δύναμη που καταλύει το παλιό μα κυρίως ως ωθητική δύναμη για την εμφάνιση του καινούριου και του ανθρωπινότερου. Και θα μπορούσαμε να πούμε και γι αυτούς, που υπήρξαν οι πραγματικοί διαφωτιστές της εποχής τους, ό,τι ο Ένγκελς για τους Γάλλους διαφωτιστές του 18ου αι.: “ Δεν αναγνώριζαν καμμιά εξωτερική εξουσία οποιουδήποτε είδους. Η θρησκεία, οι αντιλήψεις για τη φύση, για την κοινωνία, για το κράτος, όλα υποβλήθηκαν στην πιο αλύπητη κριτική τους καθώς έπρεπε να δικαιώσουν την ύπαρξή τους μπροστά στο Δικαστήριο της λογικής…Το μοναδικό μέτρο για όλα έγινε η σκεπτόμενη λογική.”

image_print