image_print

“’Όταν η εξουσία βιάζει, αθετεί, καταφρονεί τα δίκια του λαού,..το να κάνει τότε ο λαός επανάσταση, ν΄αρπάζει τ΄άρματα για να τιμωρήσει τους τυράννους του, είναι το πλέον ιερόν απ΄ όλα τα δίκαιά του και το πλέον απαραίτητο απ΄ όλα τα χρέη του..”

από τη “Χάρτα των Ανθρώπινων Δικαιωμάτων”

Λόγια διαφωτιστή, οραματιστή, ποιητή και επαναστάτη που έζησε και πέθανε γι αυτά. Που τα έκανε πράξη και έργο και παρακαταθήκη για τον μαχόμενο άνθρωπο όλων των εποχών. Που πριν ακόμα από το ξεσηκωμό του γένους αυτός μπόρεσε κι έδωσε το πραγματικό περιεχόμενο, το ουσιαστικό ιδεολογικό στίγμα της επανάστασης που σε λίγα χρόνια από τότε θα επιχειρούσε να κάνει πράξη το λόγο και το όραμά του.

Στις 24 Ιουνίου το έτος 1798 στο φρούριο Νεμπόσια του Βελιγραδίου ο Ρήγας Φεραίος, αυτός ο βάρδος της ελευθερίας, άφησε την τελευταία του πνοή δια στραγγαλισμού μετά από φριχτά βασανιστήρια που υπέστη από τις Οθωμανικές αρχές, στις οποίες τον είχε παραδώσει σιδηροδέσμιο η Αυστριακή αστυνομία. Τα απολυταρχικά καθεστώτα ξεχνούν τις διαφορές τους και πάντοτε συνεργάζονται για να αντιμετωπίσουν τον κοινό εχθρό, αυτόν που παλεύει για να καταλύσει την τυραννία τους. Εμπνεόμενος από τις ιδέες του Διαφωτισμού και της Γαλλικής επανάστασης πρώτος αυτός συλλαμβάνει το όραμα της από κοινού εξέγερσης όλων των υπόδουλων λαών της Βαλκανικής και της απελευθέρωσής τους από τον δεσποτισμό της Τουρκικής κυριαρχίας. Ο Ρήγας όμως, που δεν ήταν ένας απλός ρομαντικός πατριώτης, πέρασε αμέσως στον προγραμματισμό και στη δράση. Στη Βιέννη τον Αύγουστο του 1796 τυπώνει και κυκλοφορεί μια σειρά από χάρτες της Μολδαβίας, Βλαχίας και Ελλάδας με παρένθετα σημειώματα, αλληγορικές παραστάσεις και έκδηλο εθνεγερτικό περιεχόμενο. Το σημαντικότερο όμως έργο του είναι: η “Νέα Πολιτική Διοίκηση των κατοίκων της Ρούμελης, Μικράς Ασίας, των Μεσογείων Νησιών και της Βλαχομπογδανίας. Ένα πραγματικό μανιφέστο, που από την αρχή του ακόμα έδινε επιγραμματικά την απόφαση των Ελλήνων να συγκροτήσουν μια δημοκρατική πολιτεία θεμελιωμένη στις αρχές του δικαίου και της ισότητας και περιείχε: α) μια επαναστατική προκήρυξη, β) μια διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου, γ) το κυρίως Σύνταγμα του Ρήγα και δ) το γνωστό Θούριο, το ιερότερο άσμα της φυλής μας, όπως χαρακτηριστικά γράφει ο Τερτσέτης. Το επαναστατικό του έργο συνδεδεμένο με το όραμά του για την κοινωνική απελευθέρωση όλων των λαών που ζούσαν μέσα στα όρια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και όχι μόνο των υπόδουλων αλλά και των ίδιων των Τούρκων, ο Ρήγας προσπαθεί να το διαδώσει μέσα στην Τουρκική Επικράτεια. Στο μανιφέστο του δηλώνει: “Ο αυτοκράτωρ λαός είναι οι κάτοικοι του βασιλείου τούτου χωρίς εξαίρεση θρησκείας και διαλέκτου, Έλληνες, Βούλγαροι, Αλβανοί, Βλάχοι, Αρμένηδες, Τούρκοι και κάθε άλλο είδος γενεάς”

Το Δεκέμβρη του 1797 αποφασίζει να πάει στην Τεργέστη κι από εκεί περνώντας πρώτα από τη Βενετία, όπου επιδιώκει να συναντήσει τον Βοναπάρτη προσβλέποντας στη βοήθειά του για την απελευθέρωση της πατρίδας, να καταλήξει τελικά στην Ελλάδα. Πριν φύγει από τη Βιέννη στέλνει στην Τεργέστη στον φίλο κι έμπιστο σύντροφό του Κορωνιό τρία κιβώτια με 2.785 αντίτυπα του επαναστατικού του έργου, με τα οποία θα γνωστοποιούσε τα κίνητρα, τις αρχές και τους στόχους της επανάστασης. Και τα τρία κιβώτια κατάσχονται, καθώς το γράμμα του Ρήγα προς τον Κορωνιό διαβάζεται από το συνεργάτη του Δημήτρη Οικονόμου, ο οποίος ανοίγει τα κιβώτια, βλέπει το επαναστατικό υλικό και πηγαίνει κατευθείαν στην αστυνομία. Έτσι όταν φθάνει ο Ρήγας την 1η Δεκεμβρίου του 1797 με τον αφοσιωμένο του φίλο Χρήστο Περραιβό στην Τεργέστη, συλλαμβάνεται από τους Αυστριακούς και στέλνεται στη Βιέννη, όπου ανακρίνεται μαζί με τους υπόλοιπους επτά συντρόφους του και παραδίδεται στις 10 Μαίου 1798 στους Τούρκους του Βελιγραδίου. Το τέλος τους ήταν κάτι παραπάνω από προδιαγεγραμμένο. Λίγες μέρες μετά τον μαρτυρικό τους θάνατο κι ενώ τα πτώματά τους ρίχτηκαν στα νερά του Σάβα, παραπόταμου του Δούναβη, ο Αυστριακός συνταγματάρχης Schertz με μια σύντομη αναφορά του προς το υπουργείο Στρατιωτικών στη Βιέννη δίνει όλα τα στοιχεία του στυγερού εγκλήματος: “ Ο Καϊμακάμης έλαβε την παρελθούσα εβδομάδα εκ Κωνσταντινουπόλεως φιρμάνιον, καθ ό εν μεγίστη μυστικότητι την τρίτην μετά την άφιξιν του φιρμανίου ημέραν διέταξε νύκτωρ τον στραγγαλισμόν πάντων των οκτώ καθειργμένων Ελλήνων , μετά δε την τέλεσιν της πράξεως ενήργησε να διαδοθή, ότι είχον αποδράσει άπαντες εκ της φυλακής, και δη έστειλεν άνδρας προς δήθεν καταδίωξιν αυτών κατά τας λεωφόρους.”

Στις σημερινές συνθήκες, που η ταξική συνείδηση έχει θεμελιωθεί, αξίζει να εστιάσουμε την προσοχή μας στους στίχους

“Βεζύρης, Δραγουμάνος, Αφέντης κι αν σταθής,
ο Τύραννος αδίκως σε κάμει να χαθής,
δουλεύεις ολ` ημέρα σε ό,τι κι αν σοι πη,
κι αυτός πασχίζει πάλιν το αίμα σου να πιή.”.

Ο Ρήγας έχει ήδη διαγνώσει την εκμετάλλευση της ανθρώπινης εργασίας από τα κάθε λογής αφεντικά, παρ’ όλο που εκείνη την εποχή δεν είχε ανακαλυφθεί η θεωρία της υπεραξίας.

“Eγώ έσπειρα, άλλοι έρχονται να θερίσουν”, είπε ο Ρήγας Φεραίος στους δολοφόνους του πριν πεθάνει προβάλλοντας το μέλλον μιας ελεύθερης με δικαιώματα για όλους ζωής, όπως αυτή αξίζει στον άνθρωπο ανεξάρτητα από χρώμα, φυλή, εθνικότητα, θρησκεία. Αυτό το μέλλον πίστεψε ο Ρήγας και γι αυτό το μέλλον πάλεψε και θυσιάστηκε.

Θούριος Ύμνος

Ως πότε παλικάρια να ζούμε στα στενά,
μονάχοι, σαν λιοντάρια, στες ράχες στα βουνά;
σπηλιές να κατοικούμεν, να βλέπωμεν κλαδιά,
να φεύγωμ` απ` τον κόσμον, για την πικρή σκλαβιά;
να χάνωμεν αδέρφια, Πατρίδα και γονείς,
τους φίλους, τα παιδιά μας κι όλους τους συγγενείς;
Κάλλιο `ναι μιας ώρας ελεύθερη ζωή,
παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή!
Τι σ` ωφελεί αν ζήσης και είσαι στη σκλαβιά;
Στοχάσου πως σε ψένουν καθ` ώραν στη φωτιά.
Βεζύρης, Δραγουμάνος, Αφέντης κι αν σταθής,
ο Τύραννος αδίκως σε κάμει να χαθής,
δουλεύεις ολ` ημέρα σε ό,τι κι αν σοι πη,
κι αυτός πασχίζει πάλιν το αίμα σου να πιή.
Ο Σούτζος κι ο Μουρούζης, Πετράκης, Σκαναβής,
Γκίκας και Μαυρογένης, καθρέπτης ειν `να ιδής.
Ανδρείοι καπετάνιοι, παπάδες, λαϊκοί,
σκοτώθηκαν, κι αγάδες, με άδικον σπαθί,
κι αμέτρητ` άλλοι τόσοι, και Τούρκοι και Ρωμιοί,
ζωήν και πλούτον χάνουν, χωρίς καμμιά `φορμή.
Ελάτε μ` έναν ζήλον σε τούτον τον καιρόν,
να κάμωμεν τον όρκον επάνω στον Σταυρόν,
συμβούλους προκομμένους, με πατριωτισμόν,
να βάλωμεν, εις όλα να δίδουν ορισμόν,
οι Νόμοι ναν` ο πρώτος και μόνος οδηγός,
και της Πατρίδος ένας να γένη αρχηγός,
γιατί κ` η αναρχία ομοιάζει τη σκλαβιά,
να ζούμε σα θηρία, είν` πλιο σκληρή φωτιά.
Και τότε με τα χέρια ψηλά στον ουρανόν,
ας πούμε απ` την καρδιά μας ετούτα στον Θεόν.
«Ω Βασιλεύ του κόσμου, ορκίζομαι σε Σε,
στην γνώμην των τυράννων να μην ελθώ ποτέ,
μήτε να τους δουλεύσω, μήτε να πλανηθώ,
εις τα ταξίματά τους να μην παραδοθώ.
Εν όσω ζω στον κόσμο ο μόνος μου σκοπός
για να τους αφανίσω θε να `ναι σταθερός.
Πιστός εις την πατρίδα συντρίβω τον ζυγόν,
αχώριστος να είμαι από τον στρατηγόν
κι αν παραβώ τον όρκον, να αστράψη ο ουρανός,
και να με κατακάψη να γένω σαν καπνός.
Σ` ανατολή και δύση και νότο και βορρά,
για την πατρίδα όλοι να `χωμεν μια καρδιά.
Στην πίστη του ο καθένας ελεύθερος να ζει
στη δόξα του πολέμου να τρέξωμεν μαζί.
Όσοι απ` την τυραννίαν πήγαν στην ξενιτειά
Βούλγαροι κι Αρβανίτες, Αρμένοι και Ρωμιοί,
Αράπηδες και Άσπροι με μιαν κοινήν ορμή
για την ελευθερίαν να ζώσωμεν σπαθί,
πως είμεθα ανδρειωμένοι παντού να ξακουσθή,
πως οι προπάτορές μας ωρμούσαν σαν θεριά
για την ελευθερίαν πηδούσαν στη φωτιά.
Έτσι κι εμείς αδέρφια, ν` αρπάξωμε μεμιάς
τ` άρματα και να βγούμεν απ` την πικρή σκλαβιά.

image_print