Created with GIMP
image_print

Όταν μια μεγαλοφυΐα εκφράζεται για μιαν άλλη αξίζει να δίνουμε ιδιαίτερη προσοχή. Η γνώμη του Αϊζενστάιν, του μεγαλύτερου σκηνοθέτη του κινηματογράφου όλων των εποχών, για το Δομίνικο Θεοτοκόπουλο, τον Γκρέκο, έχει ιδιαίτερη βαρύτητα.

Πρόκειται για μια θεώρηση του έργου του “μοναδικού Έλληνα” -όπως τον χαρακτήριζε- από τη σκοπιά της απόδοσης της κίνησης των μορφών μέσα στο χώρο.

Πολλές φορές στην ιστορία της τέχνης το έργο μεγάλων δημιουργών σταματά να γίνεται κατανοητό μετά το θάνατό τους. Όταν ωριμάσουν οι συνθήκες η τέχνη τους επανεμφανίζεται, μελετάται στη βάση της καινούργιας εμπειρίας και γνώσης και αποκαλύπτονται τα στοιχεία εκείνα, που δε είχαν γίνει προηγουμένως κατανοητά. Στην περίπτωση του Δομίνικου Θεοτοκόπουλου, η τέχνη έπρεπε να φτάσει μέχρι τα τέλη του 19ου αι. για να αποκτήσει την ικανότητα να “ξαναδεί” το έργο του με νέο μάτι.

Η σκηνοθετική μεγαλοφυΐα του αιώνα μας, ο Σεργκέι Αϊζενστάιν, στάθηκε εκστατικός μπροστά στον πίνακα του Γκρέκο “το Τολέδο σε ώρα καταιγίδας”. του Γκρέκο μελέτησε τον πίνακα από την πλευρά του κινηματογραφικού μοντάζ και τον χαρακτήρισε σαν “φύση όπως βλέπεται από μια μεγαλοφυΐα, όχι σαν μια απλή ανακατασκευή, σαν αναπαράσταση κατ’ εικόνα και ομοίωση του μοντέλου, δηλαδή σαν απλή άποψη του Τολέδο με κακό καιρό, αλλά σαν μια ανασύνθεση τεμαχισμένης φύσης “κατ’ εικόνα και ομοίωση” του ζωγράφου σύμφωνα με τους νόμους και το ρυθμό που κόχλαζε μέσα του. (Αϊζενστάιν: “Κινηματογράφος και Ζωγραφική”).

Τολμηρές συγκρίσεις

Μελετώντας τον πίνακα “ο Ιησούς προσεύχεται στο όρος των Ελαιών” ο Αϊζενστάιν βλέπει την αναβάθμιση σε ανώτερο επίπεδο της βυζαντινής “συνεχούς δράσης”. Θεωρεί μάλιστα ότι δεν μπορεί να γίνει καμιά ποιοτική σύγκριση με παρόμοιες “αφηγηματικές φάσεις” σαν αυτή που βλέπουμε στην Επιβίβαση για τα Κύθηρα του Βατώ.

Όσο κι αν “ξαφνιάζει” η σύγκριση δύο μαέστρων του χρωστήρα, μια αυθεντία σαν τον Αϊζενστάιν δεν διστάζει να “εξουσιοδοτήσει” τον εαυτό του να βάλει το Γκρέκο μπροστά και από το Ρέμπραντ, αναφερόμενος μάλιστα στη χρήση του φωτός, δηλαδή εκεί, που η αξία του Ρέμπραντ θεωρείται αδιαμφισβήτητη:. Θα μοιάζαμε τιπούκειτοι αν προσπαθούσαμε να μετρήσουμε ποιος από τους δυο έχει την πρωτιά. Απλά προβαίνουμε σε μια τέτοια αναφορά για να τονίσουμε τη σημασία που έχει να δει και να ξαναδεί κανείς ένα-ένα όλα τα έργα του Γκρέκο, για να ανακαλύψει και να εκτιμήσει ακόμη μια πλευρά τους. Και μέσα σ’ όλα να “διαβάζει”, να αισθάνεται την πανταχού παρούσα έκσταση που δεσπόζει και καθοδηγεί το σύνολο της δημιουργίας του. Μια έκσταση που η θρησκευτική της πλευρά δεν είναι η μοναδική.

Εξέλιξη της Βυζαντινής Τέχνης

Βλέποντας διαχρονικά το έργο του Γκρέκο, ο Αϊζενστάιν τονίζει ότι η μανιέρα του αλλάζει συνεχώς, σε σημείο που οι πίνακές του να διαφέρουν τόσο ο ένας από τον άλλον, ώστε να θεωρείται απίστευτο το γεγονός ότι όλοι ανήκουν στο ίδιο δημιουργό.

Ταυτόχρονα όμως επισημαίνει ότι οι βυζαντινές επιδράσεις παίζουν αποφασιστικό ρόλο στο σύνολο του έργου του Γκρέκο. Οι βυζαντινοί αγιογράφοι συχνά επαναλάμβαναν αμέτρητες φορές το ίδιο θέμα. Όμως ο Γκρέκο ενώ είχε την ικανότητα να επαναλαμβάνει επ’ άπειρον ορισμένα θέματα κατάφερνε κανένα από αυτά να μην είναι αντίγραφο των προηγουμένων. Σε περιπτώσεις τυπικών επαναλήψεων έχουμε άπειρα αντίγραφα, ενώ σε περιπτώσεις θεματικών αλλαγών έχουμε άπειρες παραλλαγές. Δηλαδή, όσες φορές κι αν ο Γκρέκο δούλευε το ίδιο θέμα, δημιουργούσε κάτι ανεπανάληπτο, επιβεβαιώνοντας τη μεγαλοφυΐα του.

 

Εκφράζοντας το θαυμασμό του για την εσωτερική και εξωτερική δράση των έργων του Γκρέκο παρατηρούσε ότι αυτά δεν αναπαριστάνονται, αλλά “παίζονται” αναπνέοντας την αμεσότητα του παθιασμένου παιχνιδιού, τη φλογερή συγκινησιακή ταραχή του δημιουργού που διαρκώς επανενσαρκώνεται για ν’ αποτυπωθεί στον καμβά. Σ’ αυτά τα έργα περιλαμβάνεται και το “Τολέδο σε ώρα καταιγίδας”.

Η ανάγνωση των έργων του Γκρέκο

Το κλειδί για την κατανόηση αυτού του φαινομένου κατά τον Αϊζενστάιν βρίσκεται στο ότι με τον Γκρέκο συνέβαινε “ό,τι και με τον ηθοποιό, που μπορεί να παίζει 100 φορές τον ίδιο ρόλο, μπαίνοντας κάθε φορά στο πετσί του ίδιου προσώπου. Το πρόσωπο που ο ζωγράφος υποδυόταν δεν ήταν άλλο απ’ τον εκστασιασμένο, στην έκσταση μέσα του οποίου αυτός, απλός θνητός αναλωνόταν, κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο, που αναλώνονται τα μεγάλα πάθη του ταπεινού ηθοποιού, μέσα στις μεγαλειώδεις μορφές ηρώων του Σαίξπηρ, μέσα στην διαρκώς ανανεούμενη φρεσκάδα της μιας και μοναδικής εικόνας που αναφλέγεται μαγικά πάλι και πάλι”.

Μεγάλες καλλιτεχνικές μορφές του αιώνα μας, όπως ο Πικάσο, δεν σταματούσαν να μελετούν το Γκρέκο και να εμπνέονται από το έργο του. Φαίνεται πως ακόμη και οι μελλοντικοί θεωρητικοί της τέχνης θα εξακολουθούν να ανακαλύπτουν τις αθέατες πλευρές και προεκτάσεις του έργου του.

Με τέτοιο τρόπο “διάβαζε” ο Αϊζενστάιν το Γκρέκο. Όσο περισσότερο μελετά κανείς την κοινωνική εξέλιξη, σε συνδυασμό με την τέχνη που την αντικατοπτρίζει τόσο περισσότερο αντιλαμβάνεται το μέγεθος μιας μεγαλοφυΐας. Ίσως δεν είναι υπερβολή να θεωρήσουμε ότι η μελέτη του έργου του Γκρέκο βρίσκεται μακρυά από το τέλος της.

image_print