Κάθε μέρα που περνάει όλο και φτάνουμε πιο κοντά στη γιορτή των γιορτών. Όλοι, θρησκευόμενοι και μη, ομονοούμε ότι τα Χριστούγεννα είναι η πιο όμορφη μέρα του χρόνου. Μέρα ευωχίας, χαράς, οικογενειακής και συντροφικής μάζωξης. Μέρα εκεχειρίας με τους άλλους αλλά και με τον εαυτό μας. Το περιεχόμενο και το σημαίνον της μέρας ίσως να διαφέρει. Όποια κι αν είναι όμως η νοηματοδότηση, θρησκευτική ή μη, τα Χριστούγεννα κλείνουν μέσα τους τη μαγεία του καλού, τη βεβαιότητα ότι ο άνθρωπος μπορεί να ζήσει μια πραγματικά ανθρώπινη ζωή αν φτιάξει μια κοινωνία μπολιασμένη από την αγάπη, την ειρήνη, την αλληλεγγύη, την ευσπλαχνία, τη δικαιοσύνη.
Μέσα σ’ αυτό το αγαπητικό κλίμα έρχονται οι στίχοι του Βρεττάκου, του τόσο βαθειά ανθρωπιστή και ειρηνιστή ποιητή, για να μας ταξιδέψουν με τις νότες της παιδικής του σάλπιγγας στον κόσμο της χριστουγεννιάτικης αγάπης. Της αγάπης, που μπορεί να γίνει ξύλο στο τζάκι και να καεί για να ζεστάνει το ρημαγμένο κορμί του φτωχού, άσπρου ή νέγρου, τί σημασία έχει… Να γίνει ανθισμένη μηλιά στο παράθυρο του φυλακισμένου για να γλυκάνει τη βασανισμένη του ψυχή. Αυτά είναι τα Χριστούγεννα του ποιητή. Μια μεγάλη ανθρώπινη καρδιά ξέχειλη από αγάπη.
ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΚΑΙ Η ΣΑΛΠΙΓΓΑ
Αν μπορούσες να ακουστείς
θα σου έδινα την ψυχή μου
να την πας ως την άκρη του κόσμου.
Να την κάνεις περιπατητικό αστέρι
ή ξύλα αναμμένα για τα Χριστούγεννα
στο τζάκι του νέγρου ή του Έλληνα χωρικού.
Να την κάνεις ανθισμένη μηλιά
στα παράθυρα των φυλακισμένων.
Εγώ μπορεί να μην υπάρχω αύριο
Αν μπορούσες να ακουστείς
θα σου έδινα την ψυχή μου
να την κάνεις τις νύχτες
ορατές νότες, έγχρωμες,
στον αέρα του κόσμου.
Ν. Βρεττάκου