Δεν είναι καθόλου εύκολο να αφουγκράζεται κανείς την πορεία της κοινωνίας, να αντιλαμβάνεται και να νοιώθει τον παλμό της επανάστασης που γεννά το νέο κόσμο. Κι ακόμη πιο δύσκολο για τον επαναστάτη είναι να μην εφησυχάζει, να μην επαναπαύεται, να μην ενσωματώνεται σε κανένα κομφορμισμό, σε καμμιά δύναμη που οδηγεί σε πισωγυρίσματα, Δεν απαιτείται μόνο “αρετή και τόλμη” για να κρατιέται κανείς πάντα όρθιος και να βαδίζει μπροστά. Είναι αναγκαία όχι μόνο η επιστημονική θεώρηση της πορείας, αλλά και η κριτική στάση απέναντί της.
Η ιστορία του 20ου αιώνα απέδειξε με τον πιο αναμφισβήτητο τρόπο ότι οτιδήποτε κατακτάται με αίμα και θυσίες πρέπει να διατηρείται ζωντανό, να εξελίσσεται, να κινείται πάντα μπρος. Και όπως έλεγε ο Β. Μαγιακόφσκι “η επανάσταση δεν είναι μια βασιλοπούλα του παραμυθιού, που λες, για να την ονειρεύεσαι τις νυχτιές”. Κι ο Μιχάλης Κατσαρός αρνείται να ενταχθεί και να ενσωματωθεί. Προτιμά να παραμένει παιδί της αέναης επανάστασης.
ΔΩΡΙΕΙΣ
Μπορούσα βέβαια να βρίσκομαι πρώτος
ανάμεσα στους οπλισμένους Δωριείς
ντυμένος την περιλάλητη αμφίεση τους
όπως εκείνος που ποζάριζε σ’ ένα μουσείο
ακίνητος – θυμίζοντας ένδοξους καταρράκτες _
μπορούσα βέβαια
κι όχι τυχαία.
Όμως σε τι θα ωφελούσε την υπόθεσή μας;
όλη μου η μεγαλοπρέπεια
όλες μου οι φωνές μέσα στα τείχη;
Οι ποταμοί θα γύριζαν κύκλο στα περιθώρια μου
οι ελπίδες μου φτηνές παλιές πραμάτειες-
να υποκρίνομαι τον άθεο και τον καταλύτη
εγώ ο πιο ειλικρινής νέος με τα όνειρα
ο θερμός ανταλουσιάνος
μέσα σ’ αυτά τα απαίσια σίδερα της πανοπλίας.
Για τούτο παρέμεινα με τα κουρέλια μου
όπως με γέννησε η Γαλλική επανάσταση
όπως με γέννησε η απελευθέρωση των νέγρων
όπως με γέννησες μάνα μου Ισπανία
ένας σκοτεινός συνωμότης.
Εκείνοι το κατάλαβαν πρώτοι-
τα σιδερένια χέρια τους λέγανε προσευχές
κατέλαβαν τη μια πόλη μετά την άλλη
άφηναν φρουρούς παντού
κλείναν τις πύλες
οι πέτρινες εντολές περιφέρονταν σε λιτανεία-
ώσπου στο τέλος με ξέχασαν.
Και τώρα – απ’ έξω απ τα στρατεύματα
κοιτάζω την ένδοξη πόλη
όπου ξαπλώνει ράθυμα πόρνη και δυναμίτης –
κοιτάζω τούτη την πόλη που την περικύκλωσαν
τα φρούρια
αυτή που με γέννησε και δεν έχει πια όνομα
δεν έχει αναμμένη φωτιά –
κοιτάζω κ’ υψώνω θεριό τη φωνή μου
μήπως μ’ ακούσουν.
Η κίνηση μέσα στα τείχη μας είναι σημαντική.
ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΩΡΑ