ΚΡΑΥΓΕΣ
Ύμνος αναδύεται
Απ’ τις ξεραμένες επιφάνειες των φύλων της έρημης μυρτιάς
Απ’ τη σκιά του ορατού μου νεφελώματος.
Ύμνος προσταγή -Εμείς για σας.
Κι εσείς δροσίστε μας με την αγάπη της ματιάς σας.
Πόσο θα ζήσει η φλόγα της ματιάς σας για μας;
Ως πότε ο ήλιος θα υπάρχει για τα μάτια σας;
Ο λίβας μια φορά περνά.
Κάντε μακρινή την καυτή του ανάσα.
Των χρωμάτων τα σχήματα της γαλήνης τους κύκλους
Κρατώντας δεμένα στα μάτια σας.
Τότε ο χρόνος σε στιγμές πυκνές θα μετρηθεί
Γύρω απ την ύπαρξή σας σφιχτά πλεγμένες.
Ο λίβας μια φορά περνά.
Και της ζωής το βάφτισμα μια φορά κι εσείς το πήρατε.
Το χώμα που σας σήκωσε κι οι χρόνοι θα πατήσουν
Άσκοπο και τυχαίο μην αφήστε.
Σιωπή γέρικη μετουσιώθηκε σε μούχλα
Έρημα δακρύζουν τα δέντρα
Το ζοφερό νεφέλωμα χάθηκε στον ορίζοντα
Γιασεμιά μαραμένα στη γη.
Βιαστικά πλησιάζουν οι ήχοι.
Τα πατούν και περνούν.
Ένας ακόμη ύμνος στον άνεμο. Μια προσταγή που εχάθη.
Γυμνά στυλώσανε τα βήματα τον ίσκιο τους στην πλήξη
Τριγύρω άβυσσο.
Κι ύστερα τόλμησαν: «Κουράστηκα».
Κατάρα η γη Αντάρα οι αγκαλιές των μυστικών.
Οι σκονισμένες οι γαλήνες κεραυνοί: –
Τα σκασμένα σας χείλια πηγή δε φίλησαν.
Πρασίνισε στεκούμενο το νερό και στέρεψε.
Δεν ηδονίστηκε η οσμή σας στην αγκαλιά ενός υάκινθου.
Κι οι υάκινθοι ζαρώσανε κι εκπνεύσανε
Μήτε ένα αστέρι πια να κόψτε.
Τρέμουν λυγούν τα δάχτυλά σας.
Έρημος. Νύχτα αμαρτωλής σχόλης Βυζαίνει την ικμάδα της ζωής σας.
Μύρια μάτια των δέντρων
Μύρια αυτιά των αμάραντων άστρων Τη στιγμή αναζητούν
Λυτρωτές μοναχοί,
Που σαν ρίξτε απ’ τη ράχη σας την άβυσσο
Απ’ την άβυσσο οι δικές σας ψυχές θ΄ αναστηθούν.
Αντώνη Δημητρίου Τσιλάκη