image_print

Μια από τις πιο συνταρακτικές ανθρώπινες περιπέτειες, που συνταιριάζει πνεύμα και πράξη, μελέτη σοβαρή γραφείου και ρομαντικές περιηγήσεις στα πέρατα της γης και στα βάθη των αιώνων, εξάρσεις συναισθηματικές και σκληρή αυτοπειθαρχία, πετάγματα στα περασμένα και έρευνα σχολαστική στο τώρα, είναι

η επιστήμη της αρχαιολογίας. Το εννοιολογικό της πλαίσιο, που είναι η μελέτη του ανθρώπινου παρελθόντος, περιλαμβάνει τη δική της μεθοδολογία, θεωρία και εξειδικευμένη τεχνική προκειμένου να γίνει η περισυλλογή, κατάταξη και αξιολόγηση των σχετικών ευρημάτων. Ο άνθρωπος εκείνος που πρώτος απομάκρυνε την αρχαιολογία από το ερασιτεχνικό αρχαιοδιφικό της χαρακτήρα οπλίζοντάς την με επιστημονική μέθοδο, ο άνθρωπος που ξεπερνώντας το στείρο θαυμαστικό αισθητικισμό του μεταναγεννησιακού ανθρώπου συνδύασε την αγάπη προς την τέχνη των αρχαίων με τις μεθόδους επιστημονικής έρευνας και κριτικής μέσα στο πνεύμα της λογικής, της πίστης για τη διαρκή ανθρώπινη πρόοδο και της ανάπτυξης των θετικών επιστημών, που χαρακτηρίζει το διαφωτισμό του 18ου αιώνα στην Ευρώπη, γεννήθηκε στις 9 Δεκέμβρη 1717, πριν από 300 περίπου χρόνια. Ο Γιόχαν- Γιοάχιμ Βίνκελμαν υπήρξε ο πρώτος αρχαιολόγος με την έννοια που δίνουμε σήμερα στην αρχαιολογία. Θεωρείται πατέρας της κλασσικής αρχαιολογίας και της ιστορίας της τέχνης, θεμελιωτής του ρεύματος του νεοκλασσικισμού, ένας από τους σημαντικότερους λόγιους του 18ου αιώνα. Τόσο σπουδαίος, που ο Γκαίτε χαρακτήρισε τον 18ο αιώνα “εκατονταετία του Βίνκελμαν” και ο Εφραίμ Λέσινγκ, ο μεγάλος εκπρόσωπος του γερμανικού διαφωτισμού, έγραψε όταν έμαθε για το θάνατό του, ότι θα του χάριζε με ευχαρίστηση χρόνια από τη ζωή του.

Γιος ενός φτωχού μπαλωματή από το Στένταλ της Γερμανίας , ο μικρός Βίνκελμαν περνούσε ώρες ατέλειωτες τρέχοντας εδώ κι εκεί σ όλους τους προϊστορικούς τύμβους σκάβοντας να βρει παλιές υδρίες. Ήταν το παιχνίδι του όταν ήταν παιδί και μετά που μεγάλωσε ο έρωτας της ζωής του. Στα 1748 άφησε με χαρά την Πρωσία του Μεγάλου Φρειδερίκου, που το φιλελεύθερο πνεύμα του από τότε τη χαρακτήριζε ως “χώρα δεσποτείας” κι αργότερα αναφέροντάς την με ανατριχίλα έλεγε ότι, “εκεί είχε νοιώσει τί σημαίνει σκλαβιά”, και πήγε βιβλιοθηκάριος κοντά στη Δρέσδη, όπου βρισκόταν η μεγαλύτερη συλλογή αρχαιοτήτων της Γερμανίας. Ήταν η εποχή που οι αρχαιολογικές ανασκαφές στην Ηράκλεια και στην Πομπηία έφερναν συνεχώς στην επιφάνεια νέα ευρήματα. Οι ανασκαφές όμως γίνονταν χωρίς σχέδιο, δίχως μέθοδο. Ακόμα χειρότερη κι απ’ αυτή την έλλειψη ήταν η μανία της μυστικότητας που προέκυπτε από την άρνηση εγωιστών ηγεμόνων να επιτρέψουν τη γνώση των ανακαλύψεων σε ξένους, ταξιδιώτες ή επιστήμονες από φόβο μήπως και πληροφορήσουν γι αυτές τον έξω κόσμο.

Ξεπερνώντας τον ερασιτεχνισμό

Σ’ αυτή την ατμόσφαιρα καχυποψίας, δολοπλοκίας και σκονισμένης, ψεύτικης σοφίας ο Βίνκελμαν μετά από ανείπωτες δυσκολίες κατάφερε να πάρει άδεια και να επισκεφθεί τα βασιλικά μουσεία παρακολουθούμενος σαν κατάσκοπος. Εν τω μεταξύ του είχε απαγορευτεί αυστηρά ακόμα και να σκεφθεί να κάνει το παραμικρό σχέδιο από αυτά που έβλεπε. Παρ όλες τις δυσκολίες και τις αντιξοότητες συγκεντρώνει στοιχεία και δημοσιεύει τα πρώτα του γραπτά, που προκαλούν αντίλαλους σ όλη την πνευματική Ευρώπη καθώς οι με εξαιρετική οξύνοια και δύναμη γλωσσική διατυπωμένες πρωτότυπες διαπιστώσεις του κάνουν τον καλλιεργημένο κόσμο να πλημμυρίσει από ένα τεράστιο κύμα ενθουσιασμού για το αρχαίο ιδανικό.

Τρία ήταν τα έργα του που οδήγησαν στη δημιουργία της επιστημονικής έρευνας της αρχαιότητας κι ενώ ξυπνούσαν την επιθυμία αναζήτησης της ομορφιάς όπου κι αν βρισκόταν, πρόσφεραν συγχρόνως και το κλειδί για την κατανόηση των αρχαίων πολιτισμών. “Οι Ανοιχτές Επιστολές” για τις ανακαλύψεις της Ηράκλειας και της Πομπηίας, η “Ιστορία της Τέχνης της Αρχαιότητας”, που ήταν και το κορυφαίο του πόνημα και στο οποίο για πρώτη φορά και χωρίς υπόδειγμα, όπως παρατηρεί ο ίδιος με υπερηφάνεια, περιγράφεται η εξέλιξη της αρχαίας τέχνης καθώς και τα “Μονουμέντι Αντίκι Ινέντιτι” ή “Ανέκδοτα αρχαία μνημεία”. Ο Βίνκελμαν αντιλαμβάνεται την τέχνη ως ένα όλον που εξελίσσεται στο πέρασμα του χρόνου, ενώ τα κοινά χαρακτηριστικά των έργων κυρίως της μνημειακής γλυπτικής με την οποία περισσότερο ασχολήθηκε, αντιμετωπίζονται για πρώτη φορά με επιστημονικά – αντικειμενικά κριτήρια.

Έχοντας θεοποιήσει στην κυριολεξία τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό και τις αξίες του ο Βίνκελμαν θεωρούσε την τέχνη της κλασσικής αρχαιότητας ως έκφραση της τελειότητας, a priori ιδανική. “Ο μόνος δρόμος για τους σύγχρονους καλλιτέχνες ώστε να γίνουν μεγάλοι, ίσως ανεπανάληπτοι, είναι να μιμηθούν τους αρχαίους», υποστήριζε με πάθος συνοψίζοντας το περιεχόμενο και τις προσδοκίες του Νεοκλασικισμού. Σύμφωνα με το ρεύμα αυτό, το οποίο κυριάρχησε στην ευρωπαϊκή τέχνη από το 1750 περίπου και ως τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα και του οποίου υπήρξε θεωρητικός εκφραστής, η μίμηση “της ευγενικής απλότητας και του ήρεμου μεγαλείου” των έργων της κλασικής αρχαιότητας ήταν αυτή που θα οδηγούσε στο πλησίασμα της απλότητας της φύσης, της οποίας “το αληθινό, το μέτρο και ο κανόνας” θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην ηθική και την πολιτική αναγέννηση της ανθρωπότητας. Ο Βίνκελμαν συγκρίνει τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό με τους άλλους μεγάλους αρχαίους πολιτισμούς και τον βρίσκει υπέρτερο όλων.

Το μεγαλείο της ψυχής, η ομορφιά των σωμάτων, οι ηθικές αξίες, η πολιτική αρετή, η μελωδικότητα της γλώσσας, το κλίμα είναι τα στοιχεία στα οποία βασίζεται η τελειότητα των έργων της ελληνικής τέχνης. Η υπερβολή και η εξιδανίκευση του αρχαίου ελληνικού κόσμου, για τον οποίο ο Βίνκελμαν έγραφε ότι κατοικούνταν από “Ανθρώπους όμοιους με θεούς” είχαν ως αποτέλεσμα πολλοί ισχυρισμοί του να έχουν λάθη και απλουστεύσεις. Όμως η προσφορά του Βίνκελμαν ήταν και παραμένει ότι έβαλε τάξη εκεί που υπήρχε χάος. Ότι έφερε τη γνώση εκεί που διαφέντευε ο μύθος, ο θρύλος και η υπόθεση. Και το κυριότερο ότι δημιούργησε τα μεθοδολογικά εργαλεία για την έρευνα των αρχαιολόγων του μέλλοντος στο δύσκολο αγώνα τους να αποσπάσουν από το σκοτάδι τα μυστικά των θαμμένων ανθρώπινων πολιτισμών.

Αληθινός πρωτοπόρος

Ο γιος του μπαλωματή με τη φλόγα για ουσιαστική επιστημονική γνώση στην ψυχή του ‘δε δίστασε να “τα βάλει” με τις καθυστερημένες αντιλήψεις της εποχής του, του κράτους, των τότε “ειδικών” και να ανοίξει ένα καινούργιο δρόμο. Έγινε ένας από τους πρωτοπόρους της ανθρωπότητας. Πρωτοπόροι, όπως το λέει η λέξη, είναι αυτοί που πρώτοι απ’ όλους ανοίγοντας δρόμους πορεύονται στο άγνωστο και στο αδοκίμαστο. Και ίσως να μην προλάβουν να φτάσουν στην κορυφή, άλλωστε στην εξελικτική διαδικασία υπάρχει μόνο συνεχής και ατελεύτητη πορεία και οι κορφές αποτελούν ορόσημα που φτάνονται για να ξεπεραστούν αμέσως μετά. Καταφέρνουν όμως να πετύχουν το πρώτο ξεχέρσωμα, να κάνουν την αρχή, να βάλουν φωτεινούς φανοστάτες γι αυτούς που θα ακολουθήσουν κάνοντας το περπάτημά τους πιο εύκολο και ασφαλές. Αυτό γίνεται σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης πράξης κι ένας τέτοιος υπήρξε ο Γιόχαν Βίνκελμαν.

image_print